Σάββατο 27 Απριλίου 2024

π. Ν. Λουδοβίκος: για την αειπαρθενία της Παναγίας

 

Απομαγνητοφώνηση αποσπασμάτων της ομιλίας του π.Ν. Λουδοβίκου


Για την αειπαρθενία της Παναγίας

από 31.09

Φοβερά, φοβερά, παίρνει το γαϊδούρι. Αντί να πάρει ξέρω γω δεκαπέντε άλογα και ένα λαμπρό άρμα, και να τους βάλει όλους από πίσω, στολές, να μπαίνει μέσα και να κάνει. Ε, φανταστείτε τώρα να σου πουν σε μια πόλη, ότι για μας είσαι ότι υπέροχο, και να έρχεσαι με ένα ποδήλατο εσύ, τέτοιο πράγμα είναι (γελάει πολύ στο σημείο αυτό). Σαν να σου λέει, εντάξει, δεν καταλαβαίνετε τίποτα.[ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ Η ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΗ, ΕΙΝΑΙ ΣΩΤΗΡΙΑ ΔΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗΣ. Ο ΚΥΡΙΟΣ ΔΙΔΑΣΚΕΙ ΤΗΝ ΤΑΠΕΙΝΟΤΗΤΑ ΣΤΟΥ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΥΠΟΛΟΙΠΟΥΣ ΣΕ ΟΛΟ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ. ΤΟ ΠΙΟ ΔΥΣΚΟΛΟ ΜΑΘΗΜΑ ΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΔΙΑΛΥΜΕΝΟΥΣ ΣΤΗΝ ΕΩΣΦΟΡΙΚΗ ΕΠΑΡΣΗ.] Τον πάπα σε ένα γαϊδούρι, λέει κάποιος από το κοινό. Γελάει. Λέμε τώρα, μην πάμε σ’ αυτά, διότι ….εκεί είναι το θέμα, εκεί είναι το θέμα. Και κοιτάξτε τώρα τη συνέχεια. Αν το καταλάβετε αυτό που θα σας πω, θα παγώσετε τώρα. Πως του φέρεται του Χριστού, τι σχέση έχει μαζί του;[Η ΠΑΝΑΓΙΑ] Πρώτη εμφάνιση του Χριστού, ακούστε το αυτό λίγο. Δεν έχει καμία όρεξη να εμφανιστεί πουθενά. Πάμε στο γάμο. Ε, δε θέλω να’ ρθω. Πάμε στο γάμο, δε θέλω, άσε, εντάξει. Σε παρακαλώ πάμε στο γάμο, είναι ανάγκη, είναι συγγενείς μας, είναι γνωστοί μας, είναι φίλοι μας, και λοιπά, πάμε. Κάθεται ο Χριστός, κοιτάει δεξιά-αριστερά. Φανταστείτε τώρα ρεαλιστικά πως έγινε. Όπως έγινε. Λοιπόν, και ξαφνικά τελειώνει το κρασί. Εδώ είναι η μεγάλη έκπληξη. Γυρίζει και του λέει, κρασί δεν έχουν. Πως του μιλάς έτσι;! Πως του μιλάς έτσι!!! Δηλαδή, όχι σε παρακαλώ, μήπως, αν θα μπορούσε κάτι, δεν ξέρω τώρα μήπως έχεις καμιά ιδέα, να μπορούσαμε να βοηθήσουμε, αν… Τίποτα! Δεν έχουν κρασί. Φανταστείτε το, πως το λέει. Και ο Χριστός τι κάνει; Γυναίκα της λέει, άνθρωπε μου, ούτε μάνα καν, α παράτα με. Δεν είναι η ώρα μου ακόμα. Και εδώ είναι το σοκ το φοβερό, για μένα, όταν το συνειδητοποίησα, έπαθα σοκ. Γυρίζει και λέει στους δούλους, ότι σας πει κάνετε. Θα το κάνεις, έγινε, τελείωσε. Εδώ σταματάει πραγματικά ο άνθρωπος να μιλάει, έτσι. Αντι να του πει, κοίταξε να δεις, εντάξει, μπορεί να μην ήρθε η ώρα σου, αλλά η μανούλα σου που σε αγαπάει, μια μικρή χάρη, ξέρωγω, για μένα, καν το χατίρι, τόσο δα, και λοιπά. Αυτή είναι μια ανθρώπινη συμπεριφορά. Ποιον έχεις απέναντι σου, ποιον έχεις; Αυτή ξέρει ποιον έχει. Και πως του μιλάει; Προσέξτε όμως κάτι τώρα, να καταλάβετε κάτι. Δεν του μιλάει με αυθάδεια, όχι. Είναι η ίδια πολύ αγνή και αθώα, τρομακτική αγαπητική εμπιστοσύνη. Η Πανάγια είναι το ίδιο, έχοντας την απόλυτη γνώση, αλλά είναι ταυτόχρονα το ίδιο υπέροχα καθαρό και αθώο πλάσμα. Γι’ αυτό ο Χριστός δεν μπορεί να αντισταθεί. [ΣΩΜΑΤΙΚΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΚΑΙ ΨΥΧΙΚΟΙ ΔΕΝ ΚΑΤΑΝΟΟΥΝ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΟ ΓΕΛΟΙΟΠΟΙΟΥΝ]Άμα έρχεται ένα μωρό τώρα, το εγγόνι σου, και σου λέει, παππού θέλω, έχουμε μερικοί την εμπειρία, ο παππούς δεν μπορεί να πει όχι. Μπορεί να έχει κάτι πολύ σοβαρό να κάνει, τόσο σοβαρό, που δεν μπορεί καν να το περιγράψει στο εγγόνι εκείνη την στιγμή. Μπορεί η τύχη του κόσμου ολόκληρου να’ ναι στα χέρια του (34:30), και αφήνει την τύχη του κόσμου, και ασχολείται με το μωρό, γιατί το μωρό είναι το μωρό και το μωρό, πάει τελείωσε. Για κάποιο, επειδή έχει τη δύναμη της ταπεινώσεως της μεγάλης, το’ χει η Παναγία, να το πω έτσι, την πολύ μεγάλη ταπείνωση, και με την πολύ μεγάλη ταπείνωση, ταυτίζεται με όλο το ανθρώπινο γένος. Εκείνη την στιγμή ο Χριστός δεν έχει την μάνα του απέναντι του απλώς, έχει όλο το ανθρώπινο γένος. Στην πιο εξελιγμένη και προχωρημένη του μορφή. Βέβαια, γιατί λέει ο Καβάσιλας, όταν είπε ο Θεός ιδού τα πάντα καλά λίαν, εννοούσε λέει την Παναγία, ότι θα εμφανιστεί αυτή, άρα είναι καλή η Δημιουργία. Βλέπετε, βλέπετε, βλέπετε, δεν του μιλάει με αυθάδεια. Άλλοι που του μίλησαν με αυθάδεια, ξέρετε τι πάθανε. Δεν του μιλάς με αυθάδεια του Χριστού, δεν το επιτρέπει. Αλλά κάμπτεται επειδή είναι η αυτοαγάπη. Κάμπτεται, πάρα πολύ. Μπροστά σ’ αυτό που είναι ο Ίδιος, απέραντα αγαπητικός και ταπεινός. Όταν το δει, αυτό έλεγαν οι άγιοι. Μας έλεγε ο πατήρ Παΐσιος, τα πάντα προσφέρει ο Θεός, …(ακατανόητες λέξεις), πως τα κάνετε όλα αυτά, παιδιά και μεις, συγγνώμη για όλα αυτά. Τώρα τού πες το όνομα, τώρα του πες τον πατέρα, τώρα του πες την μάνα, μετά έκανες εκεί το θαύμα, μετά έκανες εκείνα, και εγώ εδώ, πως το κάνεις;! Δεν είναι τίποτα, έλεγε, εύκολο είναι. Σε μας είναι τρομακτικά δύσκολο. Γιατί; Γιατί υπάρχει μια λεπτομέρεια, πρέπει να συντονιστεί κανείς με το Θεό. Συντονισμός. Πως είναι δυο ασύρματοι. Πρέπει να συντονιστούνε. Αν δεν υπάρχει συντονισμός υπαρξιακός, δεν πα να λες εσύ, κάνε, δείξε, φτιάξε, πουυυ, τίποτα. Ούτε ο Θεός σε ξέρει, ούτε εσύ ξέρεις το Θεό. δε μιλάτε ουσιαστικά. Φωνάζεις εσύ. Υπάρχουν πολλές θρησκείες, δεν υπάρχουν πολλές θρησκείες; Και τι κάνουν; Φωνάζουν οι άλλοι. Παίρνουν τα καλάσνικωφ και ρίχνουν, μπαμ. Ακούει ο Θεός; Συνεννοούνται; Όχι καθόλου, τίποτα. Γι’ αυτό και το παραγόμενο αποτέλεσμα, τι είναι; Κόλαση, τρόμος, φρίκη κατάσταση. Η Παναγία σου μαθαίνει πως να συντονιστής με το Θεό. αυτό είναι το μεγάλο δίδαγμα, αλλά ποιος θα καθίσει να το μάθει; Πως θα το μάθουμε αυτό το πράγμα; Αντί γι’ αυτό, την αντιμετωπίζουμε και μεις σαν μια αρχαία θεά. Ναι, ναι ναι ναι. Θεά Αθηνά ας πούμε, θεά, να μην πω Αφροδίτη, άσε, κάνε μου κείνο, φτιάξε μου τ’ άλλο, και εγώ θα σου δώσω τάδε τάμα. Ε ρε φίλε εντάξει, αλλά τι είναι η Παναγία άραγε; Να εδώ είναι το ερώτημα. Η τα δευτερεία της Τριάδος έχουσα. Οι πατέρες που (ακατανόητη λέξη) ..καταλαβαίνουν τι λέμε, παραληρούν όταν μιλάνε για την Παναγία, παραληρούν. Πριν από χρόνια ένας συνάδελφος μου, είχε φτιάξει ένα βιβλίο, δεν ζει αυτός ο καημένος πια, όπου μάζεψε όλα τα ονόματα της Παναγίας από την πατρολογία. 300 σελίδες βιβλίο, μόνο με καταγραφή ονομάτων, τα οποία χρησιμοποιούν αυτοί, μερικά απ’ τα οποία ξεπερνάν τα όρια της ανθρώπινης λατρείας, πως να σας το πω. Γιατί; Διότι ξέρανε, βλέπανε. Εσύ τι βλέπεις; Τη θεά Αθηνά βλέπω. Τίποτ’ άλλο. Δως μου Παναγία μου εκείνο, όλα μου τα δίνει η Παναγία, ότι της ζητήσω, ότι της ζητήσω η Παναγία μου το δίνει, αλίμονο σου. Σου δίνει η Παναγία ότι ζητήσεις, αλλά ζήτησες αυτά που ήθελε αυτή να ζητήσεις, άραγε ποτέ; Αυτό είναι το ερώτημα. Προσέξτε, η ορθοδοξία, ο χριστιανισμός, η Εκκλησία μάλλον, είναι πολύ μεγάλη υπόθεση, και δεν ξέρουμε σήμερα, για τι πράγμα μιλάμε. Αν ξέραμε για τι πράγμα μιλάμε, δε θα υπήρχε άνθρωπος άθεος δίπλα μας. Αν ρωτήσεις όλους αυτούς δίπλα που κοροϊδεύουν και βγάζουν μια γλώσσα ένα μέτρο, θα δείτε ότι αυτά που θα σας πουν για τον Χριστιανισμό, δεν έχουν καμιά σχέση με τον Χριστιανισμό, ούτε με την Εκκλησία, καμία απολύτως, και καμία απολύτως σχέση με αυτά που λέμε εμείς τώρα, καμιά απολύτως. Από τη μια λοιπόν η ανθρώπινη συμπεριφορά, βάλε με και μένα σε μια, κάνε με και μένα δεσποτάκο, κακό είναι, ε λέμε τώρα. Δως μου και μένα. Τι να σου δώσει εσένα; Χάνουμε τον καιρό μας στην πραγματικότητα, αντί να δούμε και να διαπιστώσουμε το μεγαλείο αυτό που είναι μπροστά μας, και το οποίο ξεπερνάει κάθε ιδέα μεγαλείου που έχουμε στο κεφάλι μας. Διότι η Παναγία φέρνει πραγματικά το Θεό στον κόσμο. Και από εκεί και πέρα, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Διότι όλες οι ανθρώπινες καταστάσεις, όλες οι ανθρώπινες ενέργειες, όλα τα ανθρώπινα θελήματα, έχουνε συμπεριληφθεί στην ενσάρκωση αυτή. Και τα εκτελεί ο Θεός με τον τρόπο του Θεού. Με τον Χριστό μαθαίνουμε τι θα έκανε ο Θεός επι γης αν ήταν άνθρωπος. Είναι το ανθρώπινο του Θεού, και με τον τρόπο αυτό μαθαίνουμε και μεις το θεοπρεπές του ανθρώπου, και αρχίζουμε να μπαίνουμε στη σφαίρα της θεανθρωπίας, και να ησυχάζουμε, τότε ησυχάζει ο άνθρωπος. Τότε ειρηνεύει. Πως θα βρω την ειρήνη μου, λένε, μας λένε οι άνθρωποι, και αναρωτιώμαστε και μεις, πως θα ειρηνεύσω; Θα ειρηνεύσεις όταν ο Θεός είναι παρών μες στα πράγματα της ζωής σου, γύρω σου, είναι συνεχώς παρών στη ζωή. Και αποκτά ο άνθρωπος τον τρόπο να τον βλέπει, και μετά αλλάζει η ζωή, σιγά σιγά, δεν είναι μόνος, σιγά σιγά ανακαλύπτει πράγματα, και βέβαια εκατονταπλασίονα λήψεται μετά πειρασμών. Θα τραβήξει διάφορα. Από όλους αυτούς, οι οποίοι δε θα το καταλαβαίνουν αυτό, ή από όλους που θα βάλει ο διάβολος να μην καταλαβαίνουν, και να τον ταλαιπωρούνε, για να του δώσει όμως ο Θεός μεγαλύτερη γνώση, και να ξέρετε ότι ο πόνος αυτός, ο εν Χριστώ πόνος, είναι όμορφος πόνος, γιατί έχει διέξοδο. Έχει ανάπαυση, έχει λογικότητα. Δεν υπάρχει τέτοια τραγωδία στο Θεό, ότι και να συμβεί στον άνθρωπο του Θεού, εάν το περνάει κατά Θεόν, θα τον οδηγήσει σε βαθύτερη χαρά, βαθύτερη ανακούφιση, βαθύτερη γνώση, σε σημείο που να λέει στο τέλος, δεν γίνεται να έχω ακόμα ένα πειρασμό τέτοιονε; Να με οδηγήσει σε μεγαλύτερη ακόμα ανάπαυση και χαρά. Βλέπετε λοιπόν η Παναγία, έβαλε, η Εκκλησία έβαλε την Παναγία, μες στη Σαρακοστή. Δεν είναι χωρίς λόγο αυτό. Μα, αν καταλάβουμε όλα αυτά που είπαμε, θα καταλάβουμε γιατί την έβαλε ειδικά εκεί. Και εκεί. Δεν την βάζει απλά και μόνο για να πηγαίνουμε την Παρασκευή και να λέμε χαίρε. Και μάλιστα την χαιρετίζει, έτσι συνεχώς, τη δοξάζει την Παναγία, έτσι. Γιατί είναι το μυστήριο της Παναγίας, το οποίο μας καλεί η Εκκλησία, ειδικά την περίοδο της Σαρακοστής, όσο καταλαβαίνει ο καθένας, και όσο μπορεί, το μυστήριο αυτής της αφιερώσεως και αυτής της αγνότητας. Παρθένος μπορεί να μην είσαι. Αυτό δεν αλλάζει τώρα, αν δεν είσαι. Και ούτε είναι φοβερό κακό, εάν γνωρίζεις την αγνότητα αυτή, της αφιέρωσης αυτής, χωρίς κρατούμενα. Μούδωσες ότι μούδωσες Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ για όλα. Να λοιπόν, ότι εγώ τώρα ζητώ τον δωρεοδότη, ζητώ αυτόν που τα έδωσε όλα αυτά. Μια συναλλαγή πλέον μαζί Του (42:40), μια κοινωνία μαζί του, να δω τι θέλει να κάνω. Όλα αυτά τα υπέροχα. Έτσι δεν είναι; Έφαγες στο τραπέζι, σηκώθηκες, λες λοιπόν στον εστιάτορα, τώρα τι θες να κάνω, γιατί με τάισες τόσο καλά; Καταλάβατε; Δόξα τω Θεώ, σ’ ευχαριστώ. Τώρα τι θες να κάνω; Αυτή η δύναμη που μου’ δωσες, αυτή η χαρά, αυτή η ευγνωμοσύνη που έχω, τι να την κάνω; Και θα σου πει τι να την κάνεις. Καταλάβατε. Και μετά η ζωή ολόκληρη είναι αυτή η ευγνωμοσύνη, και αυτή η δοξολογία, σε σημείο που οι πειρασμοί, το βλέπουμε στους ανθρώπους του Θεού πάρα πολύ αυτό, δεν τσακίζουν. Το αντίθετο εντελώς. Καταλάβατε, όπως και η Παναγία άντεξε, αυτό το φοβερό τσάκισμα, το να ξέρει ποιος είναι, και να βλέπει τι παθαίνει, ε; κανένας δεν ξέρει την ανθρώπινη τραγωδία τόσο καλά, όσο η Παναγία. Κανένας δεν ξέρει πόσο, πόσο πόσο πολύ έχουμε πέσει, καταλάβατε. Και αν δεν το μάθουμε και μεις αυτό, δε θα καταλάβουμε σε τι πράγμα απαντά ο σταυρός του Χριστού και η Ανάσταση Του. Και θα περιμένουμε, τις συμφορές που ήρθαν και που έρχονται, καλπάζοντας έρχονται, δυστυχώς, ναι, και ως πότε θα λέμε στο Θεό μη, μη, μη, μη. Μην το κάνεις, να μη γίνει…να προλάβω να παντρέψω το παιδί μου πρώτα, και μετά να πέσει η βόμβα. …(ακατανόητο, τσιρίζει) είναι πολύ κοντά, γιατί δεν ρωτάμε το Θεό για τις βόμβες μας. Για τίποτε δεν τον ρωτάμε. Αισθανόμαστε ότι εμείς έχουμε την κυριότητα του εαυτού μας, της ιστορίας, της ζωής, της αλήθειας, εμείς τα ξέρουμε όλα. Δεν τα λέω αυτά. Είναι πασίγνωστα. Κοιτάξτε όμως τη σοφία της Παναγίας. Η Παναγία ξέρει, ότι αν έρθει Εκείνος μόνο στα πράγματα, ο Δημιουργός, τα πράγματα θα φανούνε, στην ομορφιά τους και στην τελειότητα τους. Αυτό είναι ο σταυρός μας. Η Παναγία είχε αυτό το μεγάλο βίωμα, μετά την Ανάσταση του Χριστού, στάθηκε, κοίταξε τον ουρανό και είπε: ναι, όλα είναι τέλεια. Καταλάβατε, όλα είναι τέλεια. Τα έκανε ο Θεός όλα. Τα τέλεια, αλλά υπάρχει η δική μας ελευθερία, που πρέπει να το οικειωθεί αυτό όλο, έτσι. Τρία τέταρτα, σταματώ τώρα. Πάντα, μετά από τριάντα χρόνια δάσκαλος που’ μαι, τριάντα τόσα, σταματάει μόνο του το ρολόι. (45:25).

Τέλος ομιλίας. Συνεχίζεται με ερωτήσεις-απαντήσεις.

Ερώτηση (46:20): Κάποιος πατήρ της Εκκλησίας λέει, ότι η Παναγία δεν γνώριζε απόλυτα τον Ιησού πριν την Πεντηκοστή.

Απάντηση: Α, με μια έννοια που θα σας πω τώρα. Κανείς δεν μπορεί να γνωρίσει ανθρωπίνως, απόλυτα το Θεό, και συνεχώς ο Θεός έχει να του αποκαλύψει καινούργια πράγματα. Δεν μπορεί να ταυτιστεί ποτέ η γνώση που έχει ο Θεός για τον εαυτό του με τη γνώση που έχει ένας άνθρωπος για το Θεό. Γιατί ο ένας είναι άνθρωπος, είναι κτιστός, είναι αυτό που είναι. Ο μόνος ο οποίος είναι ενωμένος τέλεια, άνθρωπος και Θεός σε μια φύση, και έχει αυτή την γνώση, και αυτή η γνώση είναι υπερφυής, είναι ο Χριστός. Στον Χριστό έχουμε υποστατική ένωση. Η Παναγία είναι άλλο πρόσωπο, δεν είναι ο Χριστός. Και με την έννοια αυτή μαθαίνει και η Παναγία, και δέχτηκε και η Παναγία το Πνεύμα το Άγιο, το οποίο την κάνει να καταλάβει αυτά που καταλάβαινε, ει δυνατόν ακόμα βαθύτερα. Δεν έχει τέλος όμως αυτό, η γνώση του Θεού δεν έχει τέλος, ξέρετε. Η γνώση διαρκεί απείρως, δεν υπάρχει κάτι το οποίο θα τελειώσει. Και μετά το θάνατο θα συνεχίζεται η γνώση. Συνεχώς θα βλέπουμε καινούργια πράγματα. Ετοιμαστείτε, πάρα πολλά μυστήρια. Και στη ζωή αυτή, και μετά το θάνατο. Δεν τελειώνει αυτό. Μας περιμένει ένα τεράστιο σύμπαν για περιήγηση, πραγμάτων, νοημάτων, κομητών, αστέρων, μυστικών κλπ., και μια εικόνα για τον κόσμο που είναι τρομακτικά μεγαλύτερη απ’ ότι μπορείτε να διανοηθείτε. Αυτό από τώρα συμβαίνει. Μου έλεγε θυμάμαι ο πάπα Χαράλαμπος, ο ηγούμενος της Διονυσίου, ο οποίος ήταν τέκνο πνευματικό του Αγίου Ιωσήφ του Ησυχαστή. Όταν λοιπόν τον πρωτοσυνάντησα, είχα τέσσερα χρόνια που μπήκα στην Εκκλησία. Λοιπόν, μου λέει, κομποσχοίνια κάνεις; Ε λέω, κάνω λίγο. Μου λέει, και τι βλέπεις; Τίποτα. Μου λέει, τέσσερα χρόνια και ακόμα δεν είδες τίποτα; Λέω, τι να δω; Άκου να δεις μου λέει, επειδή έβλεπε πως σκεφτόμουνα εγώ βέβαια, η χάρις με παίρνει στα βάθη των ωκεανών, με παίρνει στα βάθη των όντων, με παίρνει στα βάθη του σύμπαντος, και βλέπω πράγματα, αλλά δεν μπορώ να τα πω, δεν λέγονται, αλλά δεν ξέρω αν ποτέ η επιστήμη θα μπορέσει να τα πει. Τα βλέπω όλα, και είναι θαυμαστός ο κόσμος, και τεράστιος, μου λέει. Συμβαίνουν πράγματα στις γωνιές εκεί στο σύμπαν, που δεν μπορώ να σας τα διηγηθώ. Τον κοίταγα έτσι εγώ, και μετά θυμήθηκα τον πατέρα Πορφύριο, που όταν τον γνώρισα και πήγαινα λοιπόν, είδα είχε τόμους ολόκληρους, απ’ την μια είχε ανατομία, και απ’ την άλλη είχε φυσική. Τα πανεπιστημιακά συγγράμματα. Λέω, ρε γέροντα, μ’ αυτά ασχολείστε; Α, λέει, κοίτα να δεις, όταν η χάρι άρχισε να μου δείχνει τον ανθρώπινο οργανισμό, του τα’ δειχνε όλα η χάρις, πως είναι και πως δουλεύουν όλα, αλλά δεν ήξερα να τα πω, λέει. Και κάθισα και διάβασα ανατομία, και τώρα ξέρω τι ακριβώς συμβαίνει. Ανέλυε τελείως τον ανθρώπινο οργανισμό, και έβλεπε που πάσχεις, τι έχεις πάθει, τι έρχεται να πάθεις. Τα έζησα εγώ αυτά προσωπικά, και άλλοι πολλοί, δεν τα λέω για καινούργιο. Και το ίδιο έγινε με τη φυσική, μου λέει. Αυτά που βλέπεις, ξέρεις, όλα έχουν και πνευματικές προεκτάσεις. Τόμοι εδώ, καταλάβατε.

(50:00) Μην πάρετε ποτέ αυτά που λέει ο Θεός με τον τρόπο τον βλακώδη, που μας έμαθε η νοοτροπία μας η προτεστάντικη, να τα παίρνουμε ως ηθικολογίες. Και άμα λοιπόν κάνεις και τίποτα της προκοπής, καλό, μετά γίνεσαι ένα τέρας, αυτοπεποίθησης, ε, και κρίνεις και τους άλλους. Βέεεβαια. Γίνεσαι και αιρεσιοκυνηγός. Μεγάλο σπορ αυτό. Το’ χω υποστεί και εγώ. Τελευταία το’ παθα και με μια αυτή που είπα για την Παναγία. Υπάρχει στο διαδίκτυο μια ομιλία μου, «Μπορούμε να ξεπεράσουμε τον προτεσταντισμό;», είναι πρόσφατη. Και εκεί μέσα, κάποια στιγμή θύμωσα, και έβαλα στο μυαλό μου τους προτεστάντες. Δε θα κουβεντιάζουμε αν η Παναγία έκανε σ. με τον Ιωσήφ. Θα δούμε πως ενσωμάτωσε το ομοούσιο. Και από κάτω μου γράφουνε, «ντροπή σας, ορίστε, θεωρείτε ότι έκανε σ.. η Παναγία», «πάτερ μου, ντροπή σου, είσαι αιρετικός, μπήξας-δείξας». Με βρήκανε και μένα. Λέω δεν γλιτώνει κανένας. Αιρεσιοκυνηγοί. Δυο πραγματάκια καταλαβαίνουν, και αμέσως, μετά παίρνουν το πολυβόλο, το στήνουνε, και αναμένουν τα θύματα. Ελπίζω να ακούσουν και την ομιλία αυτή, αυτοί. (51:20).

51:25

Ερώτηση: Είπατε προηγουμένως, ότι ο Θεός δεν κολάζει. (Δεν το λέω εγώ αυτό, λέει ο π.Λ.) ) Αλλά επιτρέπει όμως, να πάνε οι άνθρωποι στην κόλαση.


Απάντηση: Το είδατε εσείς, ήταν εκεί; Όχι, λέει η γυναίκα. Α, (και γελάει ο π.Λ.). Λοιπόν ακούστε κάτι, τα έσχατα είναι πολύ μεγάλο μυστήριο. Τα πρώτα λόγια που μου’ πε ο πατήρ Παΐσιος, όταν τον γνώρισα, ήταν αυτά: «οι πατέρες μας έκρυψαν την αγάπη του Θεού». Λέω εγώ, είχα διαβάσει δυο τρια πραγματάκια, δυο σελίδες, τρεις, είχα προλάβει, μα γι’ αυτήν μιλάνε γέροντα. «Όχι μου λέει. Δεν μπορείς να μιλήσεις γι’ αυτήν. Και όποιος την είδε, αισθάνεται την ανάγκη να την κρύψει». Αν σας λέει τίποτα αυτό, εμένα μου λέει πολλά αυτή την στιγμή. Τώρα. Τώρα μετά από σαράντα χρόνια. Τώρα μου λέει πάρα πολλά. Και κάτι άλλο, στον βίο του Αγίου Σιλουανού. Χτυπιέται και παρακαλάει για όλο το ανθρώπινο γένος, και κάποια στιγμή δεν αισθάνεται ανταπάντηση. Και φωνάζει του Χριστού, και λέει, «είσαι αδυσώπητος». Και τότε του εμφανίζεται ο Χριστός, και του λέει, «εσύ σταυρώθηκες γι’ αυτούς;». λέει αυτός, όχι. Και του λέει: «Θα ελεήσω έστω και το ένα Κύριε ελέησον που έχει πει ένας άνθρωπος στη ζωή του». Λοιπόν, η κόλαση υπάρχει, γιατί βλέπω να υπάρχει εγώ, γιατί θέλω εγώ να υπάρχει. Μου χρειάζεται εμένα. Θέλω να τιμωρήσω μερικούς. Και σεις δε θέλετε; Δε θέλετε; Μωρέ! Θέλετε; Με μας τι θα κάνει ο Θεός δεν ξέρω, που λέμε, εκείνον κάψτονε. Έχω φτάσει να πω, ότι η κόλαση  είναι τω διαβόλω, που είναι ετοιμασμένη και τοις αγγέλοις αυτού, τω διαβόλω είναι ποιητικό αίτιο, απ’ τον διάβολο, δε θέλει ο διάβολος να τιμωρεί συνέχεια; Εσάς τώρα όπως σας βλέπει, και μας, σαν ξερολούκουμα. Καταλάβατε. Ε, είμαστε γεμάτοι κόλαση, εμείς. Ο Θεός δεν ξέρει πως να κολάζει. Δεν το ξέρει, δεν το έκανε ποτέ. Και όταν εσύ βάζεις το χέρι στη φωτιά, το βάζεις γιατί εσύ το θες και το βάζεις στη φωτιά. Ναι ή όχι; Στην αρχή σε εμποδίζει, μετά βλέπει ότι θα σε κάνει ποτήρι αν συνεχίσει να σε εμποδίζει, και σου λέει, άντε άπλωσε το χεράκι. Και μετά σου λέει, κάηκες; Έλα δω, έλα δω. Έλα. Δεν ξέρουμε το Θεό, σας λέω, είναι πολύ δύσκολο. Λίγοι τον ξέρουνε, τον ξέρουν αυτοί που λιγάκι περισσότερο Τον παίρνουν στα σοβαρά. Ναι. Λοιπόν, μη μιλάτε για την κόλαση. Ας παρακαλέσουμε το Θεό να μας γνωρίσει την αγάπη του αυτή, και μετά θα παρακαλούμε σαν τους αγίους, εμείς, η κόλαση να μην έχει κανένα. Όταν τάδε άγιος, ο πάτερ Παΐσιος, παρακαλούσε για τον διάβολο, τι ήταν αυτό; Δεν παρακαλούσε να μην υπάρξει κόλαση καν; Αλλά όταν πας με την κόλαση στην ψυχή και στον νου και στην ύπαρξη, ενώπιον του Θεού; Και υπάρχουν και πολλοί τέτοιοι, και φωνάζουνε, και λένε, κόοολαααση, κόοολαααση. Επείνασα και ουκ εδώκατε μοι φαγείν. Αλήθεια, θα φωνάζουν λοιπόν κάποιοι, κάψτον! Χα, χα. Πως θα γλιτώσουμε εμάς, είναι το πρόβλημα. Αν τελειώσουμε εμείς, ο Θεός δεν έχει πρόβλημα, να μην έχει κανένα η κόλαση, τίποτα. Δεν ξέρω αν καταλαβαίνετε αυτά που λέω, ίσως είναι και λίγο προχωρημένα, και ίσως οι αιρεσιολόγοι με ξαναπιάσουν και πάλι, (γελάνε από το κοινό), λοιπόν.

ΤΕΛΟΣ

Ο Ιωάννης μας παραδίδει ένα «Σύμβολο της Πίστεως». - Μητροπολίτης Χονγκ Κονγκ Νεκτάριος

 

«εἶπεν αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή. ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ, κἂν ἀποθάνῃ, ζήσεται· καὶ πᾶς ὁ ζῶν καὶ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ ἀποθάνῃ εἰς τὸν αἰῶνα. πιστεύεις τοῦτο; λέγει αὐτῷ· Ναί, Κύριε, ἐγὼ πεπίστευκα ὅτι σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ ὁ εἰς τὸν κόσμον ἐρχόμενος.»

Διαβάστε καλά αυτόν τον διάλογο μεταξύ του Ιησού και της Μάρθας από το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα.

Ο Ιωάννης μας παραδίδει ένα «Σύμβολο της Πίστεως».


Ο Ιησούς είναι η Ανάσταση και η Ζωή. Έχει την εξουσία ως Θεός να αναστήσει τους ανθρώπους. Όλους ανεξαιρέτως. Και θα το πράξει αυτό διότι είναι Θεός ζώντων! Αλλά προσέξτε. Αυτός είναι και η Ζωή. Θα αναστήσει όλους τους ανθρώπους αλλά θα σεβασθεί απόλυτα την ελευθερία τους. Μόνο αυτοί που πιστεύουν σε Αυτόν θα ζήσουν την όντως ζωή μαζί Του! Οι υπόλοιποι θα ζήσουν τις συνέπειες των επιλογών τους μακριά από Αυτόν!

Εσύ που νομίζεις πως είσαι χριστιανός, πιστεύεις πως ο Χριστός είναι η Ανάστασις και η Ζωή;

Εάν ναι, τότε πιστεύεις ότι ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού ο εις τον κόσμον ερχόμενος.

Αυτός που ήρθε και ενανθρώπησε, σταυρώθηκε και αναστήθηκε για να μας χαρίσει την ελευθερία από το θάνατο και τον διάβολο.

Αυτός που έρχεται κάθε φορά που τελείται η θεία Ευχαριστία για να μας μεταδώσει μέσω του Αχράντου Σώματός Του και του Τιμίου Αίματός Του την αφθαρσία και την αθανασία.

Αυτός που θα έλθει για να μας καλέσει να ζήσουμε μαζί Του στην ανέσπερη βασιλεία του.

«Πιστεύεις τοῦτο;»

Μητροπολίτης Χονγκ Κονγκ Νεκτάριος

(4) ῾Αγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ῾Ομιλία ΝΓʹ, Εἰς τὴν πρὸς τὰ ῞Αγια τῶν ῾Αγίων Εἴσοδον... (Μέρος Ϛʹ: §§ 55-60)

   Συνέχεια από: Τρίτη 23 Απριλίου 2024


᾿Απόδοσις ῾Οσίου Νικοδήμου ῾Αγιορείτου

[55.] ῾Ο ἄνθρωπος ὁποὺ εἶναι ὡς ἕνας μεγάλος κόσμος εἰς ἕνα μικρὸν ἄτομον· ἡ συνάθροισις ὅλου τοῦ παντός· ἡ ἀνακεφαλαίωσις τῶν τοῦ Θεοῦ κτισμάτων διὰ τὴν ὁποίαν αἰτίαν καὶ ὕστερα ἀπὸ ὅλα ἐγένετο, καθὼς ἡμεῖς συνειθίζομεν νὰ κάμνωμεν τὰς ἀνακεφαλαιώσεις εἰς τοὺς ἐπιλόγους ὕστερα ἀπὸ τοὺς ρητορικοὺς λόγους· τρόπον γὰρ τινὰ ὅλος οὗτος ὁ κόσμος παρομοιάζει μὲ ἕνα λόγον καὶ σύγγραμμα ἑνὸς αὐθυποστάτου λόγου· ὁ ἄνθρωπος λέγω, ἔχει δύο ἐναντίας δυνάμεις, τὸν νοῦν καὶ τὴν αἴσθησιν, ἡνωμένας μὲ σοφίαν ἀπόρρητον τοῦ Δημιουργοῦ, ὅστις ἑνώνει τὰ φύσει ἀκοινώνητα πράγματα. Τὰς δὲ ἄλλας δυνάμεις τῆς ψυχῆς, τὴν διάνοιαν, τὴν δόξαν καὶ τὴν φαντασίαν τὰς μεταχειρίζεται ὡσὰν συνδέσμους διὰ νὰ ἑνώσῃ αὐτὰ τὰ δύο ἄκρα ἐναντία ὁποὺ εἴπομεν, ἤτοι τὸν νοῦν καὶ τὴν αἴσθησιν· καθὼς βλέπομεν καὶ εἰς τὰ τέσσερα σημεῖα [στοιχεῖα] τοῦ κόσμου, πὼς ἀνάμεσα εἰς τὴν φωτίαν καὶ τὸ νερὸν εἶναι ὁ ἀέρας, καὶ ἀνάμεσα εἰς τὴν γῆν καὶ τὸν ἀέρα εἶναι τὸ νερόν, καὶ μὲ τοῦτον τὸν τρόπον ἑνώνονται ἐκεῖνα ὁποὺ εἶναι ἐνάντια. ῎Ετσι συνίσταται ὁ μέγας κατὰ τὴν ποσότητα κόσμος, καὶ ἔτζι συνίσταται ὁ μέγας κατὰ τὸ ἀξίωμα κόσμος, ἤτοι ὁ ἄνθρωπος. Καὶ οἱ δύο γὰρ οὗτοι κόσμοι κατὰ τοῦτο ὁμοιάζουσι μεταξύ των· πλὴν ὁ μὲν κόσμος ὑπερέχει τοῦ ἀνθρώπου κατὰ τὸ μέγεθος· ὁ δὲ ἄνθρωπος ὑπερέχει τοῦ κόσμου κατὰ τὴν σύνεσιν. Εὑρίσκεται δὲ ὁ ἕνας, ἤτοι ὁ ἄνθρωπος, θησαυρισμένος μέσα εἰς τὸν ἄλλον· καθὼς λόγου χάριν καὶ εἰς μίαν οἰκίαν· ἢ ὡσὰν μέσα εἰς βασιλικὰ παλάτια νὰ εὑρίσκεται, ὄχι βασιλεὺς (διατὶ τοῦτο, φεῦ! τὸ ἀξίωμα τὸ ἔχασε [ὁ ἄνθρωπος] διὰ τὴν παρακοήν), ἀλλὰ ἕνα φόρεμα βασιλικὸν ὡραιοπλούμιστον καὶ πολυέξοδον. ᾿Επειδή, τὰ μὲν βασιλικὰ παλάτια εἶναι κτισμένα ἀπὸ πέτρας ναὶ μεγάλας, μὰ εὐκολοαγοράστους καὶ ὀλιγοτιμήτους, ἀλλὰ τὸ βασιλικὸν φόρεμα εἶναι κατασκευασμένον ἀπὸ λιθαράκια ναὶ μικρά, μὰ πολύτιμα καὶ δυσεύρετα.

[56.] Καὶ τρόπον τινά, ὁ μὲν νοῦς παρομοιάζει μὲ τὸ ἀνώτατον μέρος τοῦ κόσμου ὁποὺ εἶναι ὁ οὐρανός, ἡ δὲ αἴσθησις μὲ τὸ κατώτερον μέρος ὁποὺ εἶναι ἡ γῆ, ἡ δὲ διάνοια, ἡ δόξα καὶ ἡ φαντασία παρομοιάζουν μὲ τὰ ἀναμεταξὺ στοιχεῖα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς· ὄχι δὲ μόνον παρομοιάζουν ἀλλὰ καὶ ὑπερέχουν ἀπὸ αὐτά. Πόσον εἶναι ὁ νοῦς ἀπὸ τὸν οὐρανὸν μεγαλύτερος, ὁ ὁποῖος εἶναι καὶ εἰκὼν τοῦ Θεοῦ, καὶ γνωρίζει τὸν Θεὸν μόνος ἀπὸ ὅλα τοῦ κόσμου τὰ πράγματα; καὶ ἠμπορεῖ ἂν θελήσῃ νὰ γένῃ καὶ Θεὸς κατὰ χάριν καὶ ἀναβιβάσῃ πρὸς τὸν Θεὸν τοῦτο τὸ γεῶδες καὶ ταπεινὸν σῶμα;
Πόσον ἡ αἴσθησις διαφέρει ἀπὸ τὴν γῆν, ἡ ὁποία ὄχι μόνον γνωρίζει τὸ διαφορετικὸν μέγεθος καὶ τὰς ποιότητας τῆς γῆς, ἀλλὰ ἀκόμη ἀντιλαμβάνεται τοῦ οὐρανοῦ, καὶ βλέπει τὰς διαφόρους κινήσεις καὶ συνόδους τῶν φωστήρων καὶ τῶν ἀστέρων καὶ τὰς διαστάσεις ὁποὺ ἔχουσιν ἀναμεταξύ των· ὥστε ὅπου ἀπὸ αὐτὰς τὰς περιέργους παρατηρήσεις τῆς αἰσθήσεως ἔγινεν ἡ ἀστρονομικὴ ἐπιστήμη· ἀλλὰ καὶ τὰ μεταξὺ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς στοιχεῖα κατώτερα εἶναι εἰς τὴν ἀξίαν ἀπὸ τὶς δυνάμεις ὁποὺ εὑρίσκονται ἀνάμεσα εἰς τὸν νοῦν καὶ εἰς τὴν αἴσθησιν, ἤτοι ἀπὸ τὴν διάνοιαν, δόξαν καὶ φαντασίαν ἀγκαλὰ καὶ νὰ ἔχωσι κάποιαν ὁμοιότητα μὲ αὐτάς, καὶ νὰ ὑπερέχωσι κατὰ τὸ μέγεθος. ῾Η αἴσθησις λοιπὸν εἶναι μία ἄλογος δύναμις τῆς ψυχῆς, ὁποὺ αἰσθάνεται τὰ αἰσθητὰ πράγματα ὅταν εἶναι παρόντα· ἡ δὲ φαντασία ἔχει τὴν ἀρχήν της ἀπὸ τὴν αἴσθησιν, ὅμως κάμνει τὴν ἐνέργειάν της καὶ ὅταν λείπουν τὰ αἰσθητὰ ἀντικείμενα, καὶ ἡ ὁποία φαντασία λέγεται νοῦς, ἐπειδὴ χωρὶς τὰ αἰσθητὰ ἐνεργεῖ, ὅμως ὀνομάζεται παθητικὸς νοῦς, διατὶ ἐκεῖνα ὁποὺ βλέπει τὰ βλέπει μὲ διάστημα καὶ χωριστὰ τὸ καθένα καὶ ὄχι ἑνοειδῶς καὶ χωρὶς διάστημα· ἡ δὲ δόξα εἶναι δύο λογιῶν· καὶ ἐκείνη μὲν ἡ δόξα ὁποὺ γεννᾶται ἄνωθεν ἀπὸ τὴν διάνοιαν εἶναι λογική. ῾Η δὲ διάνοια εἶναι πάντοτε λογική, ὅμως μεταβαίνει καὶ αὐτὴ ἀπὸ ἕνα νόημα εἰς ἄλλο νόημα καὶ πηγαίνει καὶ καταντᾶ κάτω ἀπὸ τὴν λογικὴν δόξαν. ῞Ολαι δὲ αὐταὶ αἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς κάμνουν τὴν ἐνέργειάν των καὶ συστένονται μὲ τὸ μέσον καὶ ὄργανον τοῦ ψυχικοῦ καὶ λεπτοτάτου πνεύματος ὁποὺ εὑρίσκεται εἰς τὸν ἐγκέφαλον. ῾Ο νοῦς δὲ μόνον δὲν ἔχει κανένα ὄργανον μὲ τὸ ὁποῖον νὰ ἐνεργῇ, ἀλλὰ εἶναι μία οὐσία τελειοτάτη ἀπὸ λόγου της, καὶ κάμνει τὴν ἐνέργειάν της ἀφ᾿ ἑαυτῆς χωρὶς ὄργανον· ἀγκαλὰ καὶ καταβιβάζει τὴν ἐνέργειάν του κάτω εἰς τὰς κατωτέρας δυνάμεις διὰ τὴν ζωὴν ταύτην τὴν ψυχικὴν καὶ πολυμέριστον, ἢτις κυβερνᾶται μὲ τὴν διάνοιαν.

[57.] ᾿Αλλὰ διὰ ποίαν ἀφορμὴν ἐδιαίρεσα τὰς ψυχικὰς ταύτας δυνάμεις, καὶ διατί τρόπον [πρῶτον] ἀπαρίθμησα τὰ διάφορα εἴδη τῆς ἀρετῆς, ἔπειτα εἶπον περὶ τῶν τῆς ψυχῆς δυνάμεων; ὁ σκοπός μου δὲν ἦτον ἄλλος, παρὰ διὰ νὰ φανερώσω, πὼς τὰ σπέρματα καὶ οἱ ἀρχὲς τῶν ἀρετῶν εἶναι ἀπὸ τὰς ψυχικὰς δυνάμεις καὶ ἀπὸ αὐτὰς κρέμονται καὶ ἔχουσι τὸ εἶναι. Λοιπὸν ἡ Θεόσοφος Παρθένος Μαρία, ἐπειδὴ καὶ ἀπὸ τὰς ἀρετὰς ἐκείνας ὁποὺ εἴπομεν τὰς πρακτικάς τε καὶ θεωρητικάς, δὲν ἐδύνετο νὰ εὕρῃ οἰκειότητα καὶ ἕνωσιν μὲ τὸν Θεόν, ἠρεύνα τὰς ψυχικάς της δυνάμεις, ἀνίσως καὶ εὕρῃ καμμία ἀπὸ αὐτὰς ὄργανον καὶ μέσον νὰ ἑνωθῇ μὲ τὸν Θεόν. ῞Οθεν εὗρε τὴν μὲν φαντασίαν καὶ αἴσθησιν, πὼς εἶναι παντελῶς ἄλογοι, καὶ πὼς δὲν ἠμποροῦν ν᾿ ἀναβοῦν ὑπεράνω ἀπὸ τὰ αἰσθητά· τὴν δὲ δόξαν καὶ τὴν διάνοιαν εὗρε, πὼς εἶναι μὲν λογικές, ὅμως δὲν εἶναι χωρισμένες ἀπὸ τὴν φαντασίαν, ἢτις εἶναι τὸ ταμεῖον τῶν αἰσθήσεων· καὶ πρὸς τούτοις ἐστοχάσθη, πὼς αὐταὶ αἱ δύο δυνάμεις κάμνουσι τὴν ἐνέργειάν των μὲ τὸ ὄργανον τοῦ ζωτικοῦ καὶ ψυχικοῦ πνεύματος τοῦ ἐγκεφάλου· διὰ τοῦτο εἶπε καὶ ὁ ᾿Απόστολος, πὼς ὁ ψυχικὸς ἄνθρωπος οὐ δέχεται τὰ τοῦ πνεύματος. Αὐτὰ λοιπὸν τὰ ἐλαττώματα εὑρίσκουσα ἡ Θεοτόκος εἰς τὴν δόξαν καὶ τὴν διάνοιαν ἐζήτει διὰ νὰ εὕρῃ μίαν ζωὴν νοερὰν ἀληθῶς καὶ ὑψηλοτέραν ἀπὸ τὰς δυνάμεις ταύτας, καὶ παντελῶς ἄμικτον ἀπὸ τὰ κάτω καὶ γήϊνα. Διατὶ ἠγάπα τὸν Θεὸν μὲ ἕνα ὑπερβολικὸν πόθον καὶ τὴν μετ᾿ αὐτοῦ θείαν ἕνωσιν· καθὼς γὰρ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀγαπᾷ τινὰς τὸ αἰσθητὸν φῶς, καὶ νὰ μὴν ἀγαπᾷ ἐν ταὐτῷ καὶ τὸν ἢλιον, ὁποὺ εἶναι πηγὴ τοῦ φωτός· τέτοιας λογῆς καὶ ὅποιος ἀγαπᾶ τὰς ἀρετὰς τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μὴν ἀγαπᾷ ἐν ταὐτῷ καὶ αὐτὸν τὸν Θεόν.

[58.] ῞Οθεν εἰς τοῦτον τὸν ἱερὸν καὶ ἔνθεον ἔρωτά της εὑρίσκει ἡ Παρθένος ὄργανον φυσικὸν ἀκριβῶς τὸ ἀκρότατον πρᾶγμα ἀπὸ ὅσα εὑρίσκονται εἰς τὸν ἄνθρωπον, τὴν μόνην τελείαν καὶ παντελῶς ἀμέριστον τοῦ ἀνθρώπου οὐσίαν, ἤτοι τὸν νοῦν· ὁ ὁποῖος νοῦς ὡσὰν ὁποὺ εἶναι εἶδος τῶν εἰδῶν περιορίζει καὶ ἑνοποιεῖ τὰς διαφόρους μεταβατικὰς κινήσεις τῆς διανοίας, αἱ ὁποῖαι γίνονται πάντοτε μὲ μετάβασιν καὶ διαίρεσιν, καθὼς κινοῦνται τὰ ἑρπυστικὰ ζῶα· εἰς τὰς ὁποίας ὅλαι αἱ ἐπιστῆμαι ἐπιστηρίζονταιΔιατὶ ἀγκαλὰ καὶ ὁ νοῦς καταβαίνει, ὡς εἴπωμεν, εἰς τὴν διάνοιαν καὶ διὰ τῆς διανοίας καταβαίνει εἰς τὴν πολυμέριστον ταύτην ζωὴν καὶ μεταδίδει τὰς ἐνεργείας του εἰς ὅλας τὰς ψυχικὰς δυνάμεις, ὅμως ἔχει ἀναμφιβόλως καὶ μίαν ἄλλην ἐνέργειαν ὑψηλοτέραν ἐδικήν του, τὴν ὁποίαν αὐτὸς ἐνεργεῖ καθ᾿ ἑαυτὸν καὶ ἀφ᾿ ἑαυτοῦ του χωρὶς νὰ χρειασθῇ καμμίαν ἄλλην δύναμιν, ὡσὰν ὁποὺ εἶναι ἀθάνατος, καὶ ἔχει φυσικὰ δύναμιν νὰ διαμένῃ καθ᾿ ἑαυτὸν τόσον ὅταν χωρισθῇ ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ τὰς σωματικὰς αἰσθήσεις, ὅσον καὶ ὅταν ἀκόμη εὑρίσκεται ἡνωμένος μὲ τὸ σῶμα· πλὴν μὲ ἄσκησιν ἄκραν καὶ μὲ τὴν βοήθειαν τῆς θείας χάριτος δύναται νὰ ἀναβῇ ὑψηλότερα ἀπὸ αὐτὴν τὴν ποικιλότροπον καὶ πολυσχημάτιστον καὶ χαμερπῆ ζωὴν καὶ νὰ ἑνωθῇ μὲ τὸν ἑαυτόν του. Καὶ καθὼς ὁ καβαλάρης ἔχει δύο ἐνεργείας, τὴν μίαν νὰ κυβερνᾷ τὸ ἄλογον, τὴν ἄλλην τὴν καλυτέραν καὶ ὑψηλοτέραν διὰ νὰ ἐνεργῇ καθ᾿ ἑαυτὸν ὡς ἄνθρωπος, τὴν ὁποίαν δύναται νὰ ἐνεργῇ ὄχι μόνον ἀφοῦ καταβῇ ἀπὸ τὸ ἄλογον, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ ὅταν εἶναι καβαλάρης· ἀνίσως ὅμως καὶ δὲν δώσῃ ὅλως δι᾿ ὅλου τὸν ἑαυτόν του θεληματικῶς μόνον εἰς τὴν ἐπιμέλειαν τοῦ ἀλόγου. Τοιουτοτρόπως καὶ ὁ νοῦς ἀνίσως δὲν δοθῇ ὅλως δι᾿ ὅλου εἰς τὴν ἐπιμέλειαν τοῦ σώματος καὶ εἰς τὰ γήϊνα, ἠμπορεῖ καὶ ὄντας ἀκόμη ἡνωμένος μὲ τὸ σῶμα, νὰ ἐνεργῇ τὴν ἐδικήν του ἐνέργειαν καθ᾿ ἑαυτόν, διὰ μέσου τῆς ὁποίας δύναται νὰ ἑνωθῇ μὲ τὸν Θεόν, ἀγκαλὰ καὶ νὰ εἶναι πολλὰ μακρὰν ἀπὸ αὐτὸν διὰ τὸν φυσικὸν δεσμὸν ὁποὺ ἔχει μὲ τὸ σῶμα καὶ διὰ τὰς πολλὰς σχέσεις ὁποὺ ἔχει μὲ τὰ γήϊνα εἰς τὴν παροῦσαν ζωήν.

[59.] Ταύτας λοιπὸν τὰς γηΐνας σχέσεις ἀποβαλοῦσα ἡ Παρθένος ἀπὸ τὴν πρώτην ἀρχὴν τῆς ζωῆς της, ἀνεχώρησεν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, καὶ φυγοῦσα τὸν ἁμαρτωλὸν βίον, ἐδιάλεξε μίαν ζωὴν ἀθεώρητον ἀπὸ ὅλους ἐνδιατρίβουσα μέσα εἰς τὰ ἅγια, εἰς τὰ ὁποῖα διατελοῦσα ἐλύθη ἀπὸ κάθε δεσμὸν ὑλικόν· ἀπετίναξε κάθε σχέσιν· ἀνέβη ἐπάνω ἀπὸ κάθε ἀγάπην ἕως καὶ αὐτοῦ τοῦ ἰδίου σώματός της καὶ οὕτως ἢνωσε τὸν νοῦν της εἰς τὸν ἑαυτόν του μὲ μίαν στροφὴν καὶ προσευχὴν καὶ μὲ θείαν καὶ παντοτεινὴν προσευχήν· καὶ διὰ μέσου αὐτῆς τῆς στροφῆς τοῦ νοὸς ἡνώθη ὅλως δι᾿ ὅλου μὲ τὸν ἑαυτόν της· ὑψώθη ἐπάνω ἀπὸ κάθε πολύμορφον σκούπιδον τῶν λογισμῶν καὶ ἁπλῶς ἀπὸ κάθε εἶδος καὶ σχῆμα, καὶ ἔτζι κατεσκεύασε μίαν καινούριαν στράταν εἰς τοὺς οὐρανούςδηλαδή, τὴν νοητὴν (διὰ νὰ τὴν ὀνομάσω ἔτζι) σιωπήν, εἰς τὴν ὁποίαν προσκολήσασα τὸν νοῦν της, ἀναβαίνει ἐπάνω ἀπὸ ὅλα τὰ κτίσματα, καὶ βλέπει δόξαν Θεοῦ τελειότερον ἀπὸ τὸν Μωϋσῆν, καὶ ὁρᾶ θείαν χάριν, ἢτις δὲν καταλαμβάνεται τελείως ἀπὸ τὴν αἴσθησιν, ἀλλὰ εἶναι ἕνα ἱερὸν καὶ χαριέστατον θέαμα μοναχῶν τῶν ψυχῶν τῶν καθαρῶν καὶ ἁγίων ἀγγέλων. ᾿Αφ᾿ οὖ δὲ ἡ Παρθένος τοῦτο ἐπέτυχε, τότε ἔγινε νεφέλη φωτεινή, κατὰ τοὺς θείους μελωδούς, τοῦ ἀληθῶς ζῶντος ὕδατος, καὶ αὐγὴ μυστικῆς ἡμέρας καὶ τοῦ λόγου πυρίμορφον ὄχημα.

[60.] Διότι χωρὶς νὰ ἐπιφοιτήσῃ ἡ χάρις εἰς τὴν ψυχήν, δὲν δύναται ποτὲ ὁ νοῦς νὰ εὕρῃ τὴν θείαν αἴσθησιν, ἢ νὰ γένῃ καθ᾿ ἑαυτὸν ἐνέργεια· καθὼς οὔτε ὁ ὀφθαλμὸς ἠμπορεῖ νὰ ἰδῇ χωρὶς τὸ αἰσθητὸν φῶς. ᾿Επειδὴ εἰς τὰ ἀΐδια καὶ νοητὰ κτίσματα, αὐτὸς ὁ Θεὸς εἶναι φῶς καὶ ὄχι ἄλλο κανένα κατὰ τὸν εἰπόντα Θεολόγον Γρηγόριον· «ὅπερ ἐστὶ τοῖς αἰσθητοῖς ἢλιος, τοῦτο τοῖς νοητοῖς Θεός», καὶ καθὼς ὅταν ἡ ὅρασις βλέπῃ καὶ αὐτὴ γίνεται φῶς καὶ μὲ τὸ φῶς ἑνώνεται καὶ μὲ τὸ φῶς βλέπει· καὶ πάλιν αὐτὸ τὸ ἴδιον φῶς, πρῶτον βλέπει πὼς εἶναι χυμένον εἰς ὅλα τὰ ὁρατά, τοιουτοτρόπως καὶ ἐκεῖνος ὁποὺ ἀξιωθῆ τὴν θείαν ἀλλοίωσιν, ὅλος γίνεται ὡσὰν φῶς, καὶ μαζὶ μὲ τὸ φῶς εἶναι, καὶ μὲ τὸ φῶς βλέπει νοητῶς ἐκεῖνα ὁποὺ εἶναι κεκρυμμένα ἀπὸ ὅλους χωρὶς τῆς θείας ταύτης χάριτος. ᾿Επειδὴ καὶ ἔγινεν ὄχι μόνον ἐπάνω ἀπὸ τὰς σωματικὰς αἰσθήσεις, ἀλλὰ καὶ ἐπάνω ἀπὸ κάθε ἄλλο πρᾶγμα, ὁποὺ εἶναι γνωστὸν τόσον εἰς ἡμᾶς, ὅσον καὶ εἰς τοὺς ὑπὲρ ἡμᾶς ἀΰλους ἀγγέλους. Διότι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ βλέπουσι τὸν Θεὸν κατὰ τὸν ἀψευδῆ τοῦ Κυρίου μακαρισμόν· ὁ ὁποῖος Θεός, μὲ τὸ νὰ εἶναι φῶς, κατὰ τὸν θεῖον θεολόγον ᾿Ιωάννην, ἐμφανίζει καὶ κατοικίζει τὸν ἑαυτόν του εἰς ἐκείνους ὁποὺ τὸν ἀγαποῦν, τηροῦντες τὰς ἐντολάς του καὶ ἀνταγαπῶνται ὑπ᾿ αὐτοῦ κατὰ τὴν ἀψευδῆ του ὑπόσχεσιν. ᾿Εμφανίζει δὲ τὸν ἑαυτόν του εἰς τὸν καθαρὸν νοῦν, ὡσὰν μέσα εἰς καθρέπτην, μένοντας αὐτὸς ἀόρατος κατὰ τὴν οὐσίαν. Τοιουτοτρόπως γὰρ γίνεται ἡ εἰς τὸν καθρέπτην θεωρία, τὸ νὰ φαίνεται μέν, νὰ μὴ βλέπεται δέ. Διότι ἀδύνατον εἶναι παντελῶς, νὰ βλέπῃ τινὰς πρόσωπον ἀνθρώπου μέσα εἰς καθρέπτην καὶ εἰς τὸν αὐτὸν καιρὸν νὰ βλέπῃ καὶ αὐτὸν τὸν ἴδιον ἄνθρωπον αὐτοπροσώπως. Καὶ εἰς μὲν τὴν παροῦσαν ζωὴν ἔτζι φαίνεται ὁ Θεὸς ὡς ἐν ἐσόπτρῳ εἰς ἐκείνους ὁποὺ ἐκαθαρίσθησαν μὲ τὴν τοῦ Θεοῦ ἀγάπην, εἰς δὲ τὴν ἄλλην ζωὴν θέλει φανερωθῇ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον κατὰ τὸν θεῖον ἀπόστολον.

π. Ν. Λουδοβίκος: για την αειπαρθενία της Παναγίας

 

Απομαγνητοφώνηση αποσπασμάτων της ομιλίας του π.Ν. Λουδοβίκου

Για την αειπαρθενία της Παναγίας


14:06
Να πάμε λοιπόν τώρα στο θέμα της Παναγίας. Ξέρετε τι είναι η Παναγία; Η Παναγία είναι η ύψιστη και αδιανόητη ανιδιοτέλεια. Αυτό είναι το μεγάλο λάθος που κάνουν οι Προτεστάντες. Δεν καταλαβαίνουν ότι η Παναγία είναι μια φοβερή προσωπικότητα. Γι’ αυτό ο Θεός συνεργεί μαζί της.[ΕΙΝΑΙ ΑΝΤΙΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ.ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΑΛΛΗ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΠΕΡΑΝ ΤΗΣ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΛΟΓΩΝ ΤΗΣ Θ. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΔΙΟΤΙ ΤΟΥ ΔΙΝΟΥΝ ΤΗΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΝΑ ΔΙΑΤΑΖΕΙ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ. ΟΠΩΣ ΘΑ ΔΟΥΜΕ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΜΙΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ,MISSION, ΕΠΙΝΟΩΝΤΑΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΑΙΡΕΣΗ] Δε συνεργεί επειδή διαλέγει ένα ποτήρι, να βάλει μέσα νερό, όπως νομίζουν αυτοί, μέρος εκλογής, αναντίστατης, έλα εδώ παιδάκι μου εσύ, πόσο χρονών είσαι, δεκαέξι. Θα κάνεις τούτο και κείνο. Όχι, γιατί αυτά δε γίνονται. Δε γίνονται γιατί δε θα είχε νόημα να γίνουνε, και είναι ανάξια του Θεού. Ο Θεός έκανε προσπάθεια να συνεργαστεί[ΑΥΤΟ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΣΥΝΕΡΓΕΙΑ;] και με τον Πλάτωνα, και με τον Αριστοτέλη, και με τον Ηράκλειτο, και με το Βούδα, με όλους έκανε προσπάθεια. Αλλά όλοι αυτοί τελικά παρέπεμπαν στον εαυτό τους, καταλάβατε. Τελικά τη λύση την είχαν αυτοί. Η Παναγία δεν είχε καθόλου λύσεις να προτείνει, και επίσης, προσπαθώ να σας περιγράψω κάτι που δεν περιγράφεται εύκολα. Η Παναγία είναι ένα συγκλονιστικό άνοιγμα στο υπέρτατο, για το οποίο, για την ανταπόκριση του οποίου, για να’ ναι κανείς βέβαιος, πρέπει να έχει μια τρομακτική αγνότητα. Αυτό που ζητάει είναι τόσο πολύ μεγάλο, που πρέπει να έχει κανείς μια τρομακτική καθαρότητα, για να το κάνει, και μια τρομακτική ανιδιοτέλεια. Δηλαδή έχει παραιτηθεί τελείως απ’ τον εαυτό Της. Τελείως, τελείως, τελείως, μπαίνοντας στον ναό, αυτό το εξαίσιο πλάσμα. Είμαι τεράστιος θαυμαστής[ΚΡΙΜΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΑΡΕΙ ΑΥΤΟΓΡΑΦΟ], να με συγχωρήσετε, ότι και να πω είναι πολύ λίγο. Μπαίνοντας στον ναό, δεν έχει τίποτα να ζητήσει, απ’ το Θεό για λογαριασμό της, τίποτα. Απολύτως τίποτα. Είναι ευτυχισμένη να κάθεται εκεί και να βλέπει και να αισθάνεται το υπέρτατο, αυτό. Και αισθάνεται ήδη τρομακτικά ευεργετημένη, και αισθάνεται ότι τα έχει όλα, και δεν τολμάει, δε διανοείται να ζητήσει κάτι, τίποτε απολύτως.[ΝΙΡΒΑΝΑ] Και τι γίνεται τότε. Βλέπει τον κόσμο που έρχεται, και μπαίνει στο ναό, και κάνει την προσευχή του φωναχτά, και προσφέρει θυσίες, και εκεί βλέπει, τι βλέπει; Αυτό που βλέπουμε και εμείς σήμερα, την τεράστια δυστυχία, το αλαλούμ της ανθρώπινης ζωής. Πονεμένοι, τραυματισμένοι, τσακισμένοι, χαμένοι, δυστυχισμένοι, καταθλιμμένοι, ταλαιπωρημένοι, πως παν οι άνθρωποι στο Θεό; Ε, όλοι αυτοί είναι εκεί. Και φωνάζουν και βοούν. Και η Παναγία, ζώντας τη δική της υπέρτατη ευτυχία, και βλέποντας την απέραντη συμφορά, κατασυγκινείται, αλλά. Αυτή είναι η λεπτή διαφορά μεταξύ της Παναγίας και του Βούδα. Ο Βούδας όταν είδε το κακό, είπε τέρμα. Το κακό εγώ θα το καταργήσω. Εγώ. Πως θα το καταργήσω; Θα το καταργήσω σταματώντας την επιθυμία. Διότι η επιθυμία είναι το κακό[ΠΑΡΑ ΤΟΝ ΟΓΚΟ ΤΟΥ ΔΟΚΙΜΑΖΕΙ ΚΑΙ ΚΑΠΟΙΑ ΑΛΜΑΤΑ ΕΙΣ ΥΨΟΣ[. Άρα, νεκρώνουμε την επιθυμία, εντελώς, πέσαμε θύματα (δεν ακούγεται καθαρά), απ’ το σώμα, το λογισμό, τελείως, εξάλειψη. Όλα είναι μια απάτη, ο εαυτός δεν υπάρχει, ολόκληρη η βουδιστική φιλολογία. Δεν κάνουμε τώρα βουδισμό, αν και εγώ από αυτά ξεκίνησα κάποτε. Αυτό τι είναι. Είναι μια απόφαση να καταργήσεις τη δημιουργία, επειδή υπάρχει ο πόνος. Είναι λάθος η δημιουργία; Την καταργώ. Και ουσιαστικά αυτό είναι ένας φοβερός ανθρώπινος εγωισμός. Η Παναγία κάνει το αντίθετο. Λέει: ο Θεός είναι υπέροχος, η ζωή είναι εξαίσια, αυτό που ζω εγώ δε λέγεται. Και υπάρχει πόνος και δυστυχία. Και ρωτά δειλά το Θεό: γιατί δεν κατεβαίνεις εσύ. Στα πράγματα. Να πλημμυρίσουν όλα από σένα. Να γίνουν τα πάντα λογικά και όμορφα. Να γεμίσει φως αυτός ο κόσμος. Γιατί δεν το κάνεις; Οι προφήτες είπαν, αλλά και αυτοί είπαν δυο λόγια, εξαφανίστηκαν. Εσύ ο ίδιος, γιατί δεν κατεβαίνεις; Είναι το πολύ αγνό ερώτημα, ενός πολύ αγνού πλάσματος. Δεν ξέρω αν καταλαβαίνετε. Είναι τόσο αγνό και τόσο ανιδιοτελές, που ο Θεός συγκινείται. Γιατί; Διότι δε θέλει να φτιάξει τίποτα η Παναγία, ούτε Εκκλησία, ούτε συναγωγή, ούτε φιλοσοφική σχολή, καταλάβατε; Τίποτα, τίποτα. Δεν μπορώ να σας περιγράψω πόσο υπέροχα ξεκάθαρο και αγνό είναι. Είναι σαν ένα πολύ αθώο πλάσμα, το οποίο καταλαβαίνει τον πόνο και ρωτάει, με όλη την καθαρότητα και απλότητα το Θεό, γιατί δεν κατεβαίνεις;[ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΟ ΚΩΜΙΚΟΣ!] Και είναι συγκλονιστικό, εκείνη την στιγμή. Αυτό λένε οι πατέρες. Εγνώρισε ο Θεός τον εαυτό του σ’ αυτήνε , λέει. Την τέλεια ανιδιοτέλεια που έχει αυτός. Είναι ανιδιοτελής ο Θεός. Έφτιαξε δημιουργία. Με ρωτούσαν οι φοιτητές, γιατί τον έφτιαξε τον κόσμο ο Θεός. Για χάρι του κόσμου τον έφτιαξε. Γιατί δημιούργησε τον καθένα από μας; Για χάρι μας. Καταλάβατε τι λέω, για χάρι μας. Ένα δώρο, που σου κάνει εσένα, το δώρο του Είναι, το δώρο του να υπάρχεις, το δώρο του να τον γνωρίσεις, και το δώρο να βρεις την υπέρτατη αιώνια ζωή. Δεν υπάρχει καμιά πληροφορία ότι έφτιαξε ο Θεός τον κόσμο για κάποιο λόγο που να αφορά τον εαυτό του. Ίσα ίσα, το αντίθετο, δεν τον χρειάζεται κα-θό-λου. Είναι μια υπέρτατη κοινωνία σχέσεων υπερπλήρης. Δεν χρειάζεται τον κόσμο σε κάτι. Είναι μια έκρηξη αγάπης, ίνα πλείονα ει τα ευεργετούμενα. Για να πιο πολλά αυτά που ευεργετούνται. Ο κόσμος είναι ακατανόητος ως προς την αρχή του. Δεν υπάρχει γιατί. Αν ρωτήσουμε το Θεό, γιατί μας έφτιαξες, λέγε μου γιατί με έφτιαξες, θα μας απαντήσει, ξέρετε τι; Μα, για σένα. Και εσύ; Εγώ, χαίρομαι που σε βλέπω. Τι άλλο; Τίποτε άλλο. Τίποτε άλλο; Τίποτε άλλο. Ξέρετε πόσοι φοιτητές με έχουν ρωτήσει, τι θέλει ο Θεός από μένα; Και τους απάντησα: τίποτα. Και με κοιτάνε απορημένοι (γελάει). Φανταστείτε ένα πάρα, πάρα πάρα πολύ καλό μπαμπά ή μαμά, που δε θέλει τίποτα. Να ανθήσεις θέλει (δεν ακούγεται καθαρά) Εμείς όλο κάτι θέλουμε απ’ τα παιδιά μας, να μας σέβονται, να’ ναι καλά παιδιά. Με πήρε χθες μια μητέρα, που η κόρη της έγινε ομοφυλόφιλη. Και σπάραζε και έκλαιγε. Γιατί έγινε ομοφυλόφιλη. Της λέω, σας χάλασε την εικόνα βασικά. Να την αγαπώ; Όχι της λέω, να την πετάξεις στη φωτιά. Δεν είναι δηλαδή ότι είναι καλό ή κακό αυτό που έκανε ο άλλος, είναι ότι εγώ έχω ακόμα μια βαθύτερη σχέση. Αν δεν την έχω την βαθύτερη σχέση, δεν καταλαβαίνω από Χριστιανισμό τίποτα. Δηλαδή τον άλλο τον αγαπώ επειδή κάνει το χατίρι μου; Έτσι κάνει ο Θεός. Βρέχει επί δικαίους και αδίκους, κλπ., κλπ.,. και μες στην αιωνιότητα το ίδιο θα κάνει. Δε θα κολάσει τότε κανένα, την κόλαση την κάνουμε μόνοι μας, και όσο θέλουμε θα υπάρχει. Έτσι λεν οι πατέρες. Δεν έχει κανένα χώρο με φωτιά και καζάνια, που να περιμένουν αναμμένα, κάνε ότι κάνεις, δεν ξέρεις τι σε περιμένει. Δεν τα ξέρει αυτά ο Θεός. Ξαναγυρίζω στη γοητευτική αυτή ύπαρξη που λέγεται Παναγία, και όσο την ψάχνει κανείς, τόσο, τόσο την ανακαλύπτει με κατάπληξη. Διότι δεν έχει (δεν ακούγεται καθαρά) καμία ιδιαίτερη χάρη, ούτε καμία ιδιαίτερη άσπιλη γέννηση, τίποτα απ’ όλα αυτά. Ούτε καμιά ιδιαίτερη βοήθεια. Ούτε καμιά ιδιαίτερη πληροφορία. Τίποτα απολύτως, είναι ένας άνθρωπος ακριβώς σαν όλους τους άλλους. Και όμως αυτός ο άνθρωπος κάνει το Θεό, όπως λέει ο Καβάσιλας, ηράσθει λέει ο Θεός, γεννηθείναι εκ των αυτής αιμάτων. Ερωτεύθηκε να γεννηθεί από τα αίματα της. Φοβερή κουβέντα (το λέει με γέλιο). Και μήτηρ ην ου δίκαιον…υπήρξε μητέρα αυτουνού που ήταν δίκαιο να είναι μητέρα. Δηλαδή, ο Θεός αποφασίζει να κάνει αυτό που θέλει το κοριτσάκι. Αυτό. Βρίσκει την ευκαιρία, ήθελε να το κάνει πάντα. Και βρίσκει τη φοβερή αυτή ευκαιρία, και η Παναγία λαμβάνει την ευκαιρία, ότι θα γίνει αυτό. Και τότε διατυπώνει το δεύτερο ερώτημα, μπορώ να υπηρετήσω εγώ αυτή που θα το φέρει στον κόσμο. Πάλι από σένα κοριτσάκια (το μασάει πάλι), φανταστείτε λίγο το μεγαλείο της σοφίας και της αθωότητας μαζί. Και από τον Άγγελο λαμβάνει την πληροφορία, ότι ξέρεις κάτι, εσύ θα είσαι αυτή. Γι’ αυτό και βλέπετε ότι δεν απορεί, όταν έρχεται ο Άγγελος. Εμείς θα είχαμε χίλιες ερωτήσεις να του κάνουμε. Τι είπες, θα’ ρθεί. Και γιατί θα’ ρθει. Και ξέρω γω, είναι δυνατό κάτι τέτοιο να γίνει, σαν Εβραίος που είμαι, που είναι η Παναγία, όχι εγώ. Ξέρετε αυτό δεν γίνεται. Δεν μπορεί ο Θεός να μπει στα πράγματα, είναι εκεί, υπέρτατος, πάνω από τον κόσμο, όπως είναι ο Ηράκλειτος, που είναι μέσα στον κόσμο ο Θεός, ή οι στωικοί, που είναι ενδοκόσμιος, δεν υπάρχει αυτός, στον Εβραίο δεν γίνεται αυτό. Δεν γίνεται με τίποτα. Ούτε στον Έλληνα, αλλά στον Εβραίο 100 φορές. Θα τον ρωτούσε λοιπόν, τι είν’ αυτά που μου λές; Και άντε παράτα με. Το μόνο που λέει είναι, πως θα γίνει αυτό, επεί άνδρα ου γινώσκω. Δεν ξέρω. Η Παναγία δεν έχει κανένα πρόβλημα με την ανθρώπινη ερωτική ζωή. Άνδρα ου γινώσκω. Φυσικά όμως, είναι ένα πλάσμα απολύτως παρθενικό. Κοιτάξτε τώρα εδώ, κοιτάξτε εδώ. Γιατί εδώ τα μπερδεύουν μερικοί, και θέλουν να τα μπερδέψουμε και μεις. Το μυστήριο της παρθενίας της Παναγίας, είναι η Παναγία αειπάρθενος; Εκατό τοις εκατό. Προ τόκου, μετά τόκον, πως το λεν οι πατέρες, όλα ναι ναι ναι, γιατί (εδώ τσιρίζει); Όχι, προσέξτε το αυτό είναι πολύ λεπτό, γιατί έχει κάποιο πρόβλημα με την ανθρώπινη ύπαρξη, όχι, αλλά γιατί ζει το μυστήριο της ακέραιης και απόλυτης αφιέρωσης, που δεν το ξέραμε μέχρι τότε. Αλήθεια σας λέω, δεν το ξέραμε. Και όπου υπάρχει παρθενία, παράλληλα με την εποχή της Παναγίας, πριν τη Παναγία, και λοιπά, υπάρχει για τελείως άλλους λόγους. Ο πλατωνικός, ο βουδιστής, ο ινδουιστής, κάνει παρθενία, γιατί; Για να πάψει να’ ναι δεμένος με την απατηλή αυτή ύπαρξη, που είναι μάγια, είναι αυταπάτη. Μάγια είναι η λέξη, αυταπάτη. Επομένως, έτσι δεν είναι, τα αφήνω όλα, γιατί όλα, είναι ψεύτικα. Η Παναγία δεν λέει τίποτα τέτοιο, ο κόσμος αυτός δεν είναι ψεύτικος, αληθινός είναι, τον αγαπάει, και θέλει να τον σώσει, αλλά ανακαλύπτει μια άλλη παρθενία, η οποία είναι η παρθενία, η μόνη παρθενία που έχει αξία, αλλά πραγματική παρθενία, είναι μια βαθιά πνευματική παρθενία, καταλάβατε, όπου μέσα της δεν δέχεται να αγαπήσει τίποτε άλλο, εκτός από το Θεό. Ποιο Θεό; Αυτόν που της είχε αποκαλυφθεί. Γι’ αυτό η Παναγία είναι μεγάλη, έχει αποκάλυψη Θεού. Πολύ μεγάλη αποκάλυψη. Εξαιρετικά μεγάλη αποκάλυψη. Και μεγάλη παρρησία σ’ αυτόν, που της δίνει ακριβώς αυτή η παρθενία και αυτή η απόλυτη, το’ χω πει σε μια άλλη ομιλία μου, αναφορικότητα. Μας αποκαλύπτει ότι η ανθρώπινη ύπαρξη είναι μια ύπαρξη αναφορική. Αναφέρεται. Που αναφέρεται; Αναφέρεται απόλυτα, όχι μόνο σε αντικείμενα, αλλά και σε όντα. Αλλά στον Θεό τον ίδιο. Η ύπαρξη της είναι εικόνα Θεού, σημαίνει ότι, οτιδήποτε πάνω της είναι εικόνα Θεού, και οτιδήποτε πάνω μου εικονίζει και μπορεί να φανερώσει τους τρόπους του Θεού στον κόσμο, τους τρόπους του Θεού στον κόσμο. Ναι. Η Παναγία δεν είναι παίξε γέλασε λοιπόν. Αυτό το πράγμα. Και βεβαίως είναι παρθένος και βιολογικά. Χε χε. Το λέω αυτό, γιατί υπάρχουν μερικοί σας λέω, προτεστάντες κατ’ αρχήν, που λένε έλα τώρα, η Παναγία μπορεί να είχε και σχέσεις και λοιπά, και είναι και μερικοί ορθόδοξοι θεολόγοι, δυστυχώς, που τα λένε αυτά τα πράγματα. Λοιπόν, σαν να έχει η Παναγία ανάγκη. Δεν έπρεπε λοιπόν, και για άλλους λόγους. Είπα τον πρώτο λόγο. Η Παναγία να έχει σχέση με τον Ιωσήφ. Γιατί; Διότι θα φαινόταν τότε, ότι ο λόγος έρχεται στον κόσμο εκ θελήματος ανδρός. Ότι τον ήθελε κάποιος, ήθελε ένα γιο κάποιος. Λαμβάνει την πρωτοβουλία ο Ίδιος, σάρκα εαυτώ υπέστησεν, ο ποιος; Ο ίδιος ο Λόγος. Καταλάβατε; Το κάνει ο ίδιος. Δεν το κάνει κάποιος ο οποίος θέλει να αποκτήσει ένα γιο, και επειδή αποκτά ένα γιο, φωτίζει το γιο. Όχι. Ο ίδιος, ο ίδιος, ο ίδιος, το ξαναλέω, αυτό είναι θεμελιώδες δόγμα, σάρκα εαυτώ υπέστησεν, λέει ο Δαμασκηνός. Αναλαμβάνει σάρκα, από που μπορεί να την λάβει, από ένα ανθρώπινο πλάσμα. Και όντως η σύλληψη είναι παρθενική, βέβαια. Δεν προηγείται συνουσία. Καταβάλλει ο ίδιος οτιδήποτε χρειάζεται, για να υπάρξει ως πλήρης άνθρωπος, και αυτό, όχι γιατί απαξιώνει την ανθρώπινη ύπαρξη, όχι, αλλά γιατί πρέπει να φανεί ότι είναι δικό του. Μόνος του το κάνει, επειδή το θέλει αυτός. Με τη συνεργεία του μόνου όντος, το οποίο Τον καταλάβαινε εκείνη την εποχή. Και για πάρα πολλά χρόνια στη συνέχεια. Η Παναγία. Και αναπτύσσεται λοιπόν αυτή η παρθενία, που είναι η παρθενία του Χριστού, που είναι η παρθενία της Παναγίας, που είναι η παρθενία της απόλυτης, το ξαναλέω, αφιέρωσης. Που δε χωράει τίποτε άλλο. Και επειδή δε χωράει τίποτε άλλο, καλό ή κακό, καλό εντός εισαγωγικών, με τα δικά μας μέτρα, ή όχι καλό, δεν ενδιαφέρει αυτό. Γι’ αυτό ξέρετε, η παρθενία στην ορθόδοξη Εκκλησία, στην Εκκλησία τη χριστιανική δηλαδή, δεν έχει την έννοια της άρνησης του γάμου. Θεωρητική άρνηση του γάμου απαγορεύεται. Λέει ο Χρυσόστομος, αν πεις ότι ο γάμος είναι κακός, τότε και η παρθενία δεν είναι τίποτα καλό, είναι προς αποφυγή ενός κακού. Αν πεις ότι γάμος είναι καλός, λέει όμως, τότε η παρθενία γίνεται πάρα πολύ καλή. Γιατί είναι αποφυγή ενός καλού, καταλάβατε; Τίποτε κακό δεν κάνει ο Θεός. Η κακοριζικιά είναι στο κεφάλι το δικό μας και συνεχώς την εφευρίσκουμε και την ανανεώνουμε με πολλούς τρόπους και ευχαρίστως, αρκεί να απευθύνεται πάντα σε άλλους και όχι σε μας, λοιπόν. Εξ αιτίας αυτού η Παναγία έχει μια τρομακτική σχέση με το Χριστό. Τέτοια, που είναι πολύ δύσκολο να την καταλάβουμε, και Τον κατανοεί με ένα τρόπο, που δεν μπορεί να τον μεταδώσει σε κανένα. Δεν την καταλαβαίνει κανένας δίπλα της. Είναι το πιο μοναχικό πλάσμα στον κόσμο, μαζί με τον Χριστό. Είναι δυο μεγάλοι μοναξιασμένοι. Μεγαλύτερη μοναξιά από αυτών των δυο δεν υπήρξε ποτέ στη γη. Ούτε θα υπάρξει. Ούτε ο ένας μπορεί να πει σε κανένα τίποτα, ούτε στο διάβολο καν. Ο διάβολος δεν ξέρει ποιος είναι. Ο διάβολος αν ήξερε, ποτέ δε θα Τον σταύρωνε. Ποτέ. Ποτέ…αλλά λέει τι; Είναι προφήτης, και να τώρα κουράζεται, και να τώρα λυπάται, κλαίει για τον Λάζαρο. Ααα, άνθρωπος είναι, δώστου στο κεφάλι. Και μέχρι να φτάσει, το εξηγεί πολύ ωραία ο Μέγας Αθανάσιος, στη θεοπρεπή απάτη, μέχρι το σταυρό απάνω. Κατέβα του λέει. Να είστε σίγουροι αν εκείνη την στιγμή κατέβαινε ο Χριστός, θα έβαζε όλους να Τον προσκυνήσουνε. Και δεν κατεβαίνει. Δεν φανερώνεται ποιος είναι. Δεν ξέρω. Είσαι ο Μεσσίας. Τι θα πει Μεσσίας; Αυτό που καταλαβαίνουν αυτοί ως Μεσσία δεν έχει καμία σχέση μ’ Αυτόν. Τον βάζουν με τα ωσσανά. Και τι κάνει αυτός; Όταν βλέπει τα ωσσανά, ανεβαίνει στο γαϊδούρι, άλλη ειρωνεία φοβερή (γελάει). Θαυμάζω φοβερά την ειρωνεία του Χριστού. (31:09)

Συνεχίζεται

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΟΡΗ ΕΠΙΘΥΜΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΚΟΡΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ. ΑΓΙΟΣ ΠΑΙΣΙΟΣ.

ΜΙΑ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΗ ΕΧΕΙ Ο ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ. ΝΑ ΑΠΕΥΘΥΝΕΤΑΙ ΣΕ ΑΚΡΟΑΤΕΣ ΠΟΥ ΑΓΝΟΟΥΝ ΤΑ ΠΑΝΤΑ, ΧΩΡΙΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ. ΣΕ ΑΣΠΡΟΥΣ ΠΙΝΑΚΕΣ.

ΤΑ ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ ΕΡΧΟΝΤΑΙ!!!

Ησυχασμός, μια παλιά αίρεση που αναγνωρίζεται στο παρόν


από Francesco Lamendola


Λίγα έχουν ειπωθεί πάντοτε, και ακόμη και σήμερα πολύ λίγα είναι γνωστά ή θυμούνται, τουλάχιστον μεταξύ της μεγάλης μάζας των Καθολικών, για το δόγμα που είναι γνωστό ως ησυχασμός, το οποίο θεωρήθηκε ότι ενέπνευσε τον Ισπανό ιερέα Miguel de Molinos (1628-1696), που καταδικάστηκε από την Ιερά Εξέταση το 1687 για αίρεση και ανηθικότητα και ο οποίος δεν πρέπει να συγχέεται με τον Ιησουίτη θεολόγο Luis de Molina (1535-1600). αν και οι οπαδοί και των δύο ονομάζονται μερικές φορές, λανθασμένα, με το ίδιο όνομα των Μολινιστών.

Το 1675 ο Molinos δημοσίευσε έναν Πνευματικό Οδηγό που απελευθερώνει την ψυχή και την οδηγεί στο εσωτερικό της ψυχής. Μετακομίζοντας στη Ρώμη, ο Molinos τέλεσε τη λειτουργία σε διάφορες εκκλησίες στη Ρώμη, συμπεριλαμβανομένου του San Pietro in Vincoli και του S. Andrea del Quirinale. Σύχναζε σε καρδινάλιους και υψηλούς καρδινάλιους, ήταν ευπρόσδεκτος στα καλύτερα σαλόνια και οι μεγάλες κυρίες της ρωμαϊκής αριστοκρατίας πήγαν να τον εξομολογηθούν και τον εξέλεξαν ως πνευματικό τους διευθυντή. Εν ολίγοις, μέσα σε λίγα χρόνια είχε γίνει διασημότητα. Ίσως σε εκείνο το σημείο συνέλαβε ένα πιο φιλόδοξο σχέδιο: να δημιουργήσει ένα πνευματικό κίνημα που θα ανανέωνε τη ζωή της Εκκλησίας εκ των έσω και θα προσέφερε ένα είδος εναλλακτικού τρόπου στην μετωπική σύγκρουση μεταξύ του καθολικού δόγματος και των αχαλίνωτων αιρέσεων, βασιζόμενος στη βαθιά προσδοκία για ειρήνη που εμψύχωνε τις συνειδήσεις της εποχής, ταραγμένες από τόση βία και τόσους αγώνες. με αποκορύφωμα τους εμφύλιους πολέμους στη Γαλλία και τον Τριακονταετή Πόλεμο σε όλη την Ευρώπη, καθώς και τις συνεχιζόμενες διώξεις της Ιεράς Εξέτασης.

Πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι η επιτυχία του Πνευματικού Οδηγού του Molinos, αν ήταν μεγάλη στην Ιταλία και στις καθολικές χώρες, ήταν ακόμη μεγαλύτερη στις Μεταρρυθμισμένες Χώρες: σε σύντομο χρονικό διάστημα έγιναν μεταφράσεις στα ολλανδικά και τα αγγλικά, καθώς και στα γαλλικά και, στην προτεσταντική Γερμανία, στη Λειψία, στα λατινικά (η αρχική έκδοση ήταν στα ισπανικά) και αυτό, Αναμφίβολα, εκτός από το θεολογικά διφορούμενο, αν και ψυχολογικά μελαγχολικό περιεχόμενο του δόγματός του, προσέλκυσε την προσοχή των Ιησουιτών, οι οποίοι εκείνη την εποχή ήταν οι υπέρμαχοι της αυστηρότερης ορθοδοξίας και αντιτάχθηκαν σθεναρά σε κάθε προσπάθεια νόθευσης ή αποδυνάμωσής της ενόψει ενός «διαλόγου», μια λέξη που ήταν πολύ της μόδας σήμερα, αλλά τότε περισσότερο από ύποπτη, με αντι-καθολικά δόγματα. Ένα άλλο στοιχείο που προκάλεσε αμηχανία και δυσπιστία προς τον Μολινό ήταν ότι στα μοναστήρια όπου η συμβουλή του πνευματικού του οδηγού λαμβανόταν κυριολεκτικά, και οι πνευματικοί καθοδηγητές τη δίδασκαν, ειδικά στις μοναχές, υπήρχε μια φήμη ότι συνέβαιναν ηθικές διαταραχές, τις οποίες ορισμένοι απέδωσαν ακριβώς στην επιρροή αυτού του δόγματος.

Το γεγονός είναι ότι οι Ιησουίτες κινητοποιήθηκαν για να προειδοποιήσουν τους πιστούς και οι πιο επιφανείς συγγραφείς και κήρυκες τους, όπως ο Daniello Bartoli και ο Paolo Segneri, πήραν το πεδίο με συγκεκριμένα γραπτά που υπενθύμιζαν τη σημασία μιας πνευματικότητας που δεν ήταν απλώς ησυχαστική και που δεν οδήγoύσε στην εγκατάλειψη των θρησκευτικών πρακτικών και της συχνότητας των Μυστηρίων. Μέχρι που ο Μολινός, το 1685, συνελήφθη, δικάστηκε και καταδικάστηκε, μετά από δύο χρόνια έρευνας, σε διαρκή φυλάκιση, για αίρεση και ανηθικότητα, αφού απαρνήθηκε όλα τα λάθη του. Ο ησυχασμός καταδικάστηκε επίσημα από τον Πάπα Ιννοκέντιο ΙΑ ́ με το σύνταγμα Coelestis Pastor της 20ης Νοεμβρίου 1687. Τα κύρια σημεία της καταδίκης μπορούν να συνοψιστούν στην υποτίμηση της προσπάθειας προς την αγιότητα στην οποία καλείται η ψυχή και στην υπερβολή του ρόλου της χάρης, που φαίνεται να ακυρώνει τη θέληση. Επιπλέον, στην τάση ολίσθησης σε μια μορφή πανθεϊσμού, όπου διδάσκεται ότι η ψυχή πρέπει να «αφεθεί» σε μια μορφή μυστικής ένωσης με τον Θεό που φαίνεται να καταργεί τη διάκριση μεταξύ του πλάσματος και του Δημιουργού του.

Είναι χρήσιμο σε αυτό το σημείο να παραθέσουμε μια σελίδα από το βιβλίο του Pietro Barrera Una fuga dalle prigioni del Sant'Uffizio (1693), Μιλάνο, Mondadori, 1934, σελ. 23-27):

Ο «Οδηγός» είχε υπερβολικούς θαυμαστές ακόμη και πρόσφατα, όπως ο Giovanni Amendola ο οποίος, στον πρόλογο μιας έκδοσης που επιμελήθηκε, παρουσιάζει ακόμη και τον Molinos ως «τον συγγραφέα μιας προσπάθειας εσωτερικής μεταρρύθμισης της Εκκλησίας, ευγενώς σχεδιασμένης και αρχισμένης να υλοποιείται, μιας προσπάθειας που αν ήταν σε θέση να θριαμβεύσει, θα είχε ίσως φέρει την Ευρώπη πίσω στη θρησκευτική ενότητα και θα άλλαζε την πορεία των αιώνων σε ορισμένα βασικά σημεία». Μια τέτοια εξύψωση είναι τόσο παράλογη που δεν αξίζει να χάνουμε χρόνο για να την αντικρούσουμε. Στην πραγματικότητα, ο Μολινός ήταν ο προπαγανδιστής μη πρωτότυπων δογμάτων, τα οποία είναι παρόμοια με εκείνα των Γιανσενιστών, δογμάτων που αναπτύχθηκαν και ενισχύθηκαν μέσα του από την επιτυχία που, ίσως ενάντια στις δικές του ελπίδες, συνάντησαν στον μεγάλο κόσμο, και ιδιαίτερα μεταξύ των μεγάλων κυριών των οποίων ήταν για πολλά χρόνια ο μοντέρνος ομολογητής. Αυταπατήθηκε, βλέποντας με ικανοποιημένη υπερηφάνεια τους Ρωμαίους μετανοούντες να σπεύδουν πλήθη στο εξομολογητήριο, ότι ήταν προορισμένος να αποκαταστήσει τη γαλήνη που προσδοκούσε ο κόσμος ακόμα έκπληκτος από τους αγώνες που τελείωσαν με τον θρίαμβο της Εκκλησίας. Το γρήγορο ξεπούλημα των πρώτων εκδόσεων του βιβλίου φάνηκε να τον δικαιώνει. Αυτά ήταν δόγματα που είχαν αξία στο ότι χειραγωγήθηκαν επιδέξια και προτάθηκαν πιο επιδέξια από έναν ελκυστικό, διακεκριμένο άνδρα, με μια όμορφη μαύρη γενειάδα που πλαισίωνε το ζωντανό πρόσωπό του, ο οποίος ήξερε πώς να υπαινίσσεται τον εαυτό του με λιπαρή γλυκύτητα ανάμεσα στις μεγάλες οικογένειες, τους καρδινάλιους, ακόμη και τον Πάπα Ιννοκέντιο XI, ο οποίος τον έκανε να ζήσει για κάποιο χρονικό διάστημα σε ένα Βατικανό.

Το ότι τα δόγματα του Molinos δεν έγιναν καλά αποδεκτά από τους Ιησουίτες (ο Amendola τον λυπάται ως θύμα του θριαμβευτικού Ιησουιτισμού) είναι εύκολο να κατανοηθεί. Αποδοκίμαζαν τον Γιανσενισμό και τα παράγωγά του τόσο για δογματικούς όσο και για πολιτικούς λόγους: ίσως τον θεωρούσαν πιο επικίνδυνο από τον ίδιο τον Προτεσταντισμό από τον οποίο προήλθε, γιατί ενώ οι Προτεστάντες αρνούνταν απόλυτα την παράδοση, οι Γιανσενιστές αρνούνταν τις ερμηνείες και τις προσθήκες που, σύμφωνα με αυτούς, τον είχαν διαστρεβλώσει, υποστηρίζοντας, με τη συναίνεση των ανθρώπων που ανήκαν στις μορφωμένες τάξεις, μεταξύ των οποίων είχαν κάνει προσήλυτους, την απόλυτη ορθοδοξία τους, παρά την κυρίως πολιτική καταδίκη του Ρισελιέ, και εκείνη του Ιννοκέντιου ΙΑ ́ με τη βούλα της 1ης Ιουνίου 1653, η οποία ήταν ουσιαστικά θρησκευτική. Στη Γαλλία, η αντίθεση του Ρισελιέ δεν είχε κάνει μεγάλη ζημιά στους οπαδούς του Γιανσένιου, αντίθετα, είχαν δει τις συμπάθειές τους να αυξάνονται με την πάροδο των ετών, επειδή υποστήριζαν στο θρησκευτικό πεδίο εκείνη τη στάση αδιάλλακτης αντιπολίτευσης που είχαν υιοθετήσει ο Λουδοβίκος XIV και ο Μαζαρίνος εναντίον του Ιννοκέντιου Ι ́ και του Αλεξάνδρου Ζ ́, οι οποίοι ήταν υπέρ του ισπανικού κόμματος, και η οποία είχε μειώσει σχεδόν την παρέμβαση της Εκκλησίας στις συζητήσεις και στη σύναψη της ειρήνης των Πυρηναίων. Η γαλλική πολιτική ήταν ένα συνεχές εμπόδιο στη νίκη της Καθολικής Παλινόρθωσης, της οποίας οι Ιησουίτες ήταν οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές και ο Γιανσενισμός ήταν προϊόν μιας καθαρά γαλλικής μάρκας. Ο καθολικισμός, προκειμένου να ξεπεραστούν αυτά τα εμπόδια, έπρεπε να φτάσει με τον ισχυρό τρόπο του Ιννοκέντιου XI, ο οποίος δεν επέτρεψε στον εαυτό του να επιβληθεί από την αλαζονική απολυταρχία του Βασιλιά Ήλιου. Και τότε ο Γιανσενισμός και τα άλλα περισσότερο ή λιγότερο συγκαλυμμένα αιρετικά δόγματα αμφιταλαντεύτηκαν. Αλλά τόσο ο Γιανσενισμός στη Γαλλία όσο και ο Μολινισμός στην Ιταλία δεν έλειπαν από τους υποστηρικτές, ειδικά μεταξύ εκείνων που είχαν κουραστεί από την ορμητική μαχητικότητα των Ιησουιτών και που πίστευαν ότι θα έβρισκαν ένα ξεκούραστο καταφύγιο σε κάτι αόριστο, απαλά μυστικιστικό, το οποίο έδινε την ψευδαίσθηση της επιστροφής στη μακρινή ηρεμία. Συμπάθειες αντιθέσεων, λαχτάρα για ένα νέο, και ως εκ τούτου, ίσως, επιτυχία της μόδας.

Ο Μολινός είχε την καλή τύχη να ξεκινήσει τη δράση του υπό τον Κλήμη Θ ́, του οποίου η αδύναμη υποταγή δεν ήταν να δυσαρεστηθεί με τη συμβουλή που έδωσε ο Ισπανός στους πνευματικούς διευθυντές να ενεργούν «απαλά». Η επίτευξη της τελειώσεως έγινε, κατά τον ίδιο, με «νοερή» απόσπαση από τα εγκόσμια, με «μυστική» πίστη στον Θεό, ο οποίος, αν θέλει, μας σώζει ακόμη και αν είμαστε αδρανείς περιμένοντας τη χάρη Του. Με αυτόν τον τρόπο, έφτασε στο σημείο να αρνηθεί την αξία των θρησκευτικών πρακτικών και των μυστηρίων, να δικαιολογήσει τις αμαρτίες επειδή ήταν ανεξάρτητες από τη θέληση. Στο βιβλίο του δεν κάνει τίποτα άλλο από το να κεντάει παραλλαγές πάνω στα ίδια θέματα. Η ψυχή φτάνει με «μυστική» πίστη στην ακινησία του στοχασμού: αυτή η πίστη της δίνει τη γενική και συγκεχυμένη γνώση του Θεού που πρέπει να της αρκεί: κάθε φαντασία που αντιπροσωπεύει τον Θεό σε συγκεκριμένη μορφή δεν μπορεί παρά να διαταράξει τη σχέση με την ψυχή, η οποία δεν πρέπει να μιλήσει μαζί Του, αλλά να αφεθεί να ληφθεί σιωπηλά. Όχι ο διαλογισμός, αλλά ο στοχασμός της επιτρέπουν να βρει την παγκόσμια αλήθεια. Η ευαισθησία είναι για αρχάριους που πρέπει να γνωρίζουν το αντικείμενο των φιλοδοξιών τους, ενώ η ξηρότητα είναι το προνόμιο των ισχυρών ψυχών: ο Θεός, με το να μην τους επιτρέπει να γνωρίζουν πώς εργάζεται μέσα τους, τους αφαιρεί ένα κίνητρο τεκμηρίου. Ο πιστός πρέπει να προετοιμάσει την καρδιά του «σαν λευκό χαρτί όπου η θεϊκή σοφία μπορεί να διαμορφώσει χαρακτήρες όπως θέλει». Οι πειρασμοί κατά της πίστης, της λαγνείας, της λαιμαργίας, όλες οι αμαρτίες είναι ταπεινώσεις υπερηφάνειας και σωτήρια φάρμακα για το πνεύμα. Όταν κάποιος έχει δώσει τον εαυτό του στο θείο θέλημα, δεν υπάρχει άλλη λογική πράξη να γίνει, δεν υπάρχει λόγος να το επαναλάβει στον Θεό «με τον ίδιο τρόπο που κάποιος που έχει αποφασίσει να πάει στη Ρώμη ξεκινά και φεύγει, και δεν πρέπει να λέει και να λέει στον εαυτό του: Πάω στη Ρώμη, θέλω να πάω στη Ρώμη». Σε όλα, αρκεί μια καλή διάθεση. Ακόμη και οι «αδιάκριτες» μετάνοιες, οι υπερβολικές, πικραίνουν την ψυχή και ταυτόχρονα τη διογκώνουν με υπερηφάνεια. Στην οπερέτα του, ο Molinos δίνει επίσης συμβουλές για την επιλογή του πνευματικού καθοδηγητή στον οποίο είναι απαραίτητο να ανατεθεί, εγκαταλείποντας την ανάγνωση μυστικιστικών βιβλίων που συγχέουν τις ιδέες. Ο πνευματικός καθοδηγητής πρέπει να αναθέσει «μετάνοιες που είναι χρήσιμης ύλης και μετριοπαθείς». Πρέπει να προσπαθήσει να αποσπάσει από τους μετανοούντες του απόλυτη μυστικότητα σχετικά με τις συμβουλές που δίνει «αν και η σιωπή είναι δύσκολη για τις γυναίκες». «Να φτάσουμε στον Θεό μέσα από το τίποτα» είναι η φόρμουλα που συνοψίζει τη σκέψη του Ισπανού ιερέα.

Όπως μπορούμε να δούμε, στον Ησυχασμό υπάρχει σιωπηρή, και μερικές φορές ακόμη και ρητή, η υποτίμηση των έργων υπέρ της πίστης και μόνο: ένα χαρακτηριστικό που από μόνο του επιβεβαιώνει την προέλευσή του από τον Γιανσενισμό (ο οποίος, ωστόσο, από πολλές απόψεις, με την ασκητική αυστηρότητά του, βρίσκεται στους αντίποδες του Ησυχασμού) και με μια ευρεία έννοια από τον Προτεσταντισμό. Ακόμη και η επιείκεια προς την αμαρτία, θεωρούμενη ως εργαλείο για την καταπολέμηση της υπερηφάνειας του πιστού που ισχυρίζεται ότι αποκτά αξία με τον Θεό, αν όχι καν ως κάτι για το οποίο η ψυχή που εγκαταλείπεται στον Θεό δεν είναι πλέον υπεύθυνη, αφού ζει πλέον σε καθαρά πνευματική διάσταση, ενώ το σώμα εξακολουθεί να βυθίζεται στη σαρκική διάσταση, Είναι μια ετερόδοξη ιδέα, από μόνη της εσφαλμένη και αιρετική, η οποία υποτιμά την ηθική δέσμευση στον αγώνα κατά των πειρασμών και φαίνεται σχεδόν να αναθέτει στον Θεό την αναπόφευκτη ευθύνη με την οποία δεσμεύεται ο άνθρωπος από το γεγονός της ελεύθερης βούλησης.

Αλλά μπορούμε να προχωρήσουμε περισσότερο. Ο ησυχασμός συγκεντρώνει χαρακτηριστικά γνωρίσματα αρχαίων μη χριστιανικών δογμάτων και πολύ αρχαίων αιρέσεων: η ιδέα ότι η ψυχή δεν πρέπει πλέον να κάνει ή να επιθυμεί τίποτα, εκτός από την πλήρη εγκατάλειψη του εαυτού της στον Θεό, είναι ινδικής προέλευσης και ακριβώς βουδιστική. Η ιδέα ότι πρέπει να απαρνηθούμε κάθε μορφή διανοητικής γνώσης του Θεού και να Τον αφήσουμε να εργαστεί μέσα μας, χωρίς καμία σκόπιμη δέσμευση εκ μέρους μας (και χωρίς την προσπάθεια να ζήσουμε μια ηθικά άγρυπνη ζωή) αναφέρεται τουλάχιστον εν μέρει στον Αλεξανδρινό Νεοπλατωνισμό. ενώ αυτός που η μελέτη και ανάγνωση των ασκητικών κειμένων είναι άχρηστη και ότι ο «αληθινός» χριστιανός είναι αυτός που έπαψε να πολεμά τον κόσμο, επειδή αντλεί από μια αλήθεια που αποκαλύπτεται απευθείας από τον Θεό, με έναν ανεξήγητο και καθαρά εσωτερικό τρόπο, είναι λουθηρανός και φέρνει μαζί της, ως λογική συνέπεια, την υποτίμηση του κλήρου ως στοιχείο διαμεσολάβησης, και την ιδέα της παγκόσμιας ιεροσύνης των πιστών. Το κατηγορητήριο κατά της διαφθοράς των ηθών θυμίζει ένα θέμα αγαπητό στους Γερμανούς μυστικιστές και λίγο αργότερα στους Προτεστάντες. Τέλος, η ιδέα της νοητικής απόσπασης από τα πράγματα του κόσμου ως προϋπόθεση για την εγκατάλειψη στον Θεό, και όχι ως αποτέλεσμα αυτής, έχει μια αδιαμφισβήτητα γνωστική γεύση: ειδικά αν συνδυαστεί με το γεγονός ότι υπάρχουν δύο επίπεδα πίστης, ένα για χονδροειδείς ψυχές και ένα για ειδικές ψυχές, στις οποίες έχει υποδειχθεί ο τρόπος να τοποθετηθούν σε υψηλότερο επίπεδο. Είναι πάντα η αιώνια γνώση, μέσα και έξω από τον Χριστιανισμό, που συνεχώς επαναλαμβάνεται. Αναγνωρίζεται και απορρίπτεται από τη μία πλευρά, επανεμφανίζεται αμέσως στην άλλη, μεταμφιεσμένη. Η ικανότητά της συνίσταται στο να μπερδεύει τον εαυτό της, να αποκρύπτει τον εαυτό της: παρουσιάζεται με καθησυχαστικά, απόλυτα ορθόδοξα ρούχα. Διακηρύσσει την αθωότητά της και απορρίπτει με αγανάκτηση κάθε υποψία που την αφορά.

Ο ησυχασμός προδίδει μια επαναλαμβανόμενη πτυχή της ανθρώπινης στάσης απέναντι στον Θεό: την αναζήτηση μιας «μυστικής» ένωσης που καταργεί τις ευθύνες και τις διαφορές, μιας εσωτερικής «ειρήνης» που δεν είναι η ειρήνη που υποσχέθηκε ο Ιησούς Χριστός όταν λέει: «Ειρήνη αφήνω σε σας, ειρήνη μου σας δίνω· ο Θεός δεν σας τη δίνει όπως σας τη δίνει ο κόσμος» (Ιω. 14:27). Αλλά είναι μάλλον μια ειρήνη συμβιβασμού με την πλάνη και την αμαρτία, δηλαδή το ακριβώς αντίθετό της. Προδίδει επίσης το αιώνιο κάλεσμα της γνώσης σε μια πίστη που αποκαλύπτεται σε μερικούς με έναν ειδικό, εσωτερικό τρόπο, διαφορετικό από τη διδασκαλία που προορίζεται για τις μάζες, και η οποία οδηγεί στη σωτηρία με έναν ασυνήθιστο τρόπο, ουσιαστικά ατομικιστικό και αποκομμένο από το Μυστικό Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία. Σήμερα είμαστε σχεδόν έκπληκτοι που οι ιδέες του Molinos, φαινομενικά τόσο ακίνδυνες, καταδικάστηκαν τόσο σθεναρά· Αλλά η έκπληξή μας δείχνει πόσο βαθιά μας έχουν διεισδύσει αυτές οι ιδέες.

Ένας μοναχός ζούσε σε μια άδεια σπηλιά. Κάποτε, ανίερα πνεύματα ήρθαν σε αυτόν και του είπαν:

                                      

Ένας μοναχός ζούσε σε μια άδεια σπηλιά. Κάποτε, ανίερα πνεύματα ήρθαν σε αυτόν και του είπαν:
- Φύγε από τη θέση μας!
- Δεν έχεις θέση! - απάντησε ο μοναχός.

Έπειτα πέταξαν κλαδιά φοίνικα από κάθε πλευρά, που ήταν προετοιμασμένα για ύφανση καλαθιών, αλλά ο μοναχός τα μάζευε ακούραστα. Μετά από αυτό, ο εχθρός του ανθρώπινου γένους τον άρπαξε από τα ρούχα του και τον έσυρε, αλλά ο μοναχός χτύπησε την πόρτα και έμαθε:
- Ιησού Χριστέ, βοήθησέ με!
Οι κακοί σκόρπισαν σαν κόλαση.
- Γιατί εσύ? - ρώτησε τότε μια αόρατη φωνή.
- Γιατί οι μισητές της πίστεως και των αρετών είναι έτοιμοι να κοροϊδέψουν τον δούλο του Θεού - είπε ο μοναχός.

- Εσύ ο ίδιος φταις - αντέταξε η ουράνια φωνή, - γιατί σε ξέχασα. Το βλέπεις και μόνος σου, μόλις με ζήτησες, ήρθα αμέσως να σε βοηθήσω.

Ο μοναχός ένιωσε την εγγύτητα του Θεού, έπεσε στα γόνατα και άγγιξε το έδαφος με το πρόσωπό του. Πόση διδασκαλία είναι απαραίτητη για τον κάθε άνθρωπο!.. Ψάλλουμε στον Κύριο, προσευχόμαστε ενώπιόν του, μερικές φορές τολμάμε ακόμη και να κλάψουμε σε αυτόν όταν μας συμβεί κάποια συμφορά ή δοκιμασία. Γιατί όμως δεν του ζητάμε βοήθεια όταν τα πάθη σκοτείνιασαν το μυαλό, την πίστη, τα καλά έργα; Φαίνεται ότι ελπίζαμε τότε στον εαυτό μας. Μα πόσο ανόητο είναι να είσαι σίγουρος ότι θα διώξεις τον εχθρό που ταλαιπωρεί την ψυχή σου.

Posted by PROSKINITIS

Γρίβας: Αδιανόητο! Ψάχνουν να πουλήσουν αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας


Η Αλήθεια Για Τον Ελευθέριο Βενιζέλο - Παναγιώτης Λιάκος ELEFTHEROS EP.109


Κάποιοι λένε πως ο Ελευθέριος Βενιζέλος είναι ένας Εβραίος της Κρήτης που τον ανέβασε το λόμπι με σκοπό την απόλυτη προδοσία της Ελλάδος και κάποιοι έχουν τον Ελευθέριο Βενιζέλο για τον απόλυτο εθνάρχη της χώρας που διπλασίασε τα σύνορα μόνος του. Ποια είναι όμως η αλήθεια; Tο βιβλίο του δημοσιογράφου Παναγιώτη Λιάκου με τίτλο «Η αλήθεια για τον Ελευθέριο Βενιζέλο», γκρεμίζει τον ψεύτικο μύθο του «εθνάρχη Βενιζέλου» που χτίστηκε με μαεστρικό τρόπο γύρω από το όνομα ενός απλού δικηγόρου χαρτοπαίχτη.

Παρασκευή 26 Απριλίου 2024

ΟΙ ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΕΡΗΜΙΤΕΣ ΤΟΥ ΑΘΩΝΑ

          Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.

Μεταξύ της Μονής Μεγίστης Λαύρας και της Σκήτης των Καύσο καλυβίων, στην περιφέρεια αυτή, ασκήτευε ένας ερημίτης, γνωστός με το όνομα Πανάρετος, ό όποιος μια μέρα, μετά από την καθιερωμένη προσευχή και τον κανόνα του,του ήρθε ή ιδέα να φτιάξει, μπροστά στη σπηλιά του, ένα μικρό κηπάκι,για να έχει σωματική άσκηση και απασχόληση και λίγη παράκληση από τα κηπευτικά πού θα καλλιεργούσε.
Μετά από πολλές μέρες αγώνα και με πολύ κόπο, επειδή τα μέρη εκείνα είναι πετρώδη, έσκαψε αρκετό μέρος και έφτασε σε ένα σημείο πού βρήκε μια πλάκα,ή οποία τον δυσκόλευε να προχωρήσει.
Ήταν βραδάκι, ό Γέροντας αυτός, από την πολλή εργασία κουράστηκε και είπε με τη σκέψη του να σταματήσει ως εκεί το σκάψιμο.
Ή περιέργεια όμως να μάθει, τι πλάκα είναι εκείνη και τι κρύβει μέσα,
δεν τον άφηνε ήσυχο κι έτσι πήρε ένα σίδερο,
το έβαλε σε μια γωνιά κι όταν σήκωσε λίγο την πλάκα, βγήκε από μέσα εύωδία άρρητη,πλημμύρισε όλος ό τόπος από ουράνιο άρωμα.
Ό ήλιος, από ώρα είχε βασιλέψει κι έπαιρνε να σκοτεινιάζει,
τότε ό Γέροντας ερημίτης εκείνος, ξέχασε την κούραση πού είχε
και βάλθηκε να σηκώσει όλη την πλάκα, την οποία τελικά κατόρθωσε να σηκώσει και τι να δει μέσα; Η πλάκα έκρυβε κανονικό τάφο μέσα στον όποιον ήταν σώμα σε σχήμα κοιμωμένου άνθρωπου,πού ήταν ντυμένος Ιερά άμφια, ποιος ξέρει από πόσα χρόνια και φαινόταν σαν να είχε πεθάνει και ενταφιασθεί την προηγούμενη μέρα.
Στο μέρος εκείνο, μόνο ό Γέρων Πανάρετος είχε πολλά χρόνια πού ασκήτευε και δεν έτυχε να γνωρίζει κανείς εκεί γύρω,
πού είχανε, άλλος 50 κι άλλος 60 χρόνια ασκητική ζωή
και κανείς τους δε γνώριζε τίποτα για την άσκηση
ή το θάνατο μεγάλου ασκητή και ερημίτη, όπως έδειχνε να ήταν ό ευλογημένος αυτός Άγιος.
Ό ερημίτης Μοναχός Πανάρετος, από τη χαρά για το εύρημα του
κι από την πολλή εύωδία πού έβγαινε από το άγιο εκείνο λείψανο,
έμεινε για πολλή ώρα ακίνητος, κατάπληκτος, κι όταν συνήλθε, από την πρώτη αυτή συγκίνηση, άρχισε με δάκρυα να προσεύχεται,
να παρακαλεί και να λέγει: «Άγιε του Θεού σε ευχαριστώ πού φανερώθηκες σε μένα τον ανάξιο και αμαρτωλό, παρακαλώ την αγιοσύνη σου, πες μου ποιος είσαι; και πόσα χρόνια έχουν περάσει από τότε πού τελείωσες τον Ιερό αγώνα σου;
Πού αφήκες τον έρημο τούτο τόπο και βρίσκεσαι στην αιώνια μακαριότητα; Έφ’ όσον ευδόκησε ό Θεός να σε βρω κι αξιώθηκα να δω την όψη σου, πες μου σε παρακαλώ ποιο είναι τ’ όνομά σου;»
Για μια στιγμή σκέφτηκε πώς πρέπει να πάει στο Μοναστήρι της Λαύρας, να αναφέρει το γεγονός και να ‘ρθουν οι Πατέρες της Μονής να παραλάβουν το άγιο αυτό λείψανο,
με δόξες και τιμές όπως πρέπει σε έναν τέτοιο μεγάλο άγιο.
Μ’ αύτη τη σκέψη, προσευχόμενος, έμεινε πολλές ώρες ό Γέρων Πανάρετος.
Κόντευε να ξημερώσει, από τον πολύ κόπο και την αγρυπνία, απόκαμε,τον πήρε για λίγο ένας ελαφρός ύπνος
και τότε βλέπει τον Άγιο αυτόν να παρουσιάζεται μπρος του και με αυστηρό ύφος να του λέγει:
«— Δε μου λες αββά, τι σκέφτεσαι να κάνεις;»
Ό Γέρων, με πολύ φόβο απάντησε:
«— Άγιε του Θεού, σκέφτηκα να ειδοποιήσω, άμα φέξει ό Θεός την ήμερα, το Μοναστήρι της Λαύρας,για ναρθούν να σε πάρουν και να μην είσαι ‘δώ στην έρημο περιφρονημένος!»
Ό άγιος, πού η στολή του έλαμπε σαν τον ήλιο, του είπε με αυστηρό και πάλι ύφος:
«— Δε μου λες Γέροντα, μαζί κάναμε εδώ τους αγώνες και την υπομονή, πού θέλεις εσύ να κανονίσεις για μένα και το λείψανο μου;
Πώς θέλεις τώρα να με πάρουν από τον άγιο τούτο τόπο, στον οποίον, με τη δύναμη και τη χάρι του Θεού, αγωνίστηκα να τον αποκτήσω περισσότερα από 50 χρόνια σκληρής και στερημένης ζωής;
Δεν έχεις κανένα δικαίωμα να διαταράξεις τη μακαριά ησυχία, πού με τη δωρεά του Θεού το σώμα μου απολαμβάνει εδώ, ως την ήμερα τη μεγάλη εκείνη και επιφανή, της Δευτέρας του Χριστού ενδόξου παρουσίας, πού θα λάβει ή ψυχή με το σώμα την αιώνια αμοιβή, από τον Δίκαιο μισθαποδότη και Κριτή Δεσπότη Χριστό και Θεό μας.

Και τώρα σε παρακαλώ να βάλεις πάλι την πλάκα στη θέση της, όπως τη βρήκες και μέχρι την ήμερα πού θα σε πάρει ό Κύριος από τη ζωή αυτή,δε θα φανερώσεις τίποτα, από όσα είδες και άκουσες! Πρόσεξε, αν παρακούσεις θα πάθεις μεγάλο κακό από τον Κύριο».
Μ’ αυτά ξύπνησε ό Γέρο – Πανάρετος τρομαγμένος και παρακάλεσε τον άγνωστο και ανώνυμο εκείνον άγιο,να τον συγχωρέσει και θα κάνει κατά την επιθυμία του.
Κάλυψε αμέσως τον τάφο, όπως του είπε ό άγιος και όταν γέρασε πολύ, άφησε το μέρος εκείνο και πήγε στην Σκήτη των Καυσοκαλυβίων οπού έζησε αρκετά χρόνια.
Ό Γέρο – Πανάρετος, πού είδε με τα μάτια του και έζησε το γεγονός αυτό,όταν προείδε το θάνατο του, τις τελευταίες μέρες της ζωής του, κάλεσε τους Πατέρες της Σκήτης, στους οποίους έκαμε γνωστό το γεγονός αυτό,χωρίς να φανερώσει λεπτομέρειες και την ακριβή τοποθεσία..
Έτσι από το επιτίμιο αυτό του αγίου εκείνου ερημίτη, έμεινε και θα μείνει για πάντα άγνωστος, ο ευλογημένος και χαριτωμένος εκείνος Μοναχός και άγιος Ασκητής, στους ανθρώπους, άλλα γνωστός και με μεγάλη παρρησία στο Θεό.
Καποιος μεγαλος ασκητης τα παλια χρονια, πολλές φορές, στο Κυριακο της Αγίας Αννης και στο Κυριακο της Νέας Σκήτης, έβλεπε νοερως τους κεκοιμημένους Πατέρες να είναι μαζεμένοι, λαμπροφορεμένοι και οι Ιερωμένοι να λάμπουν με τις στολές τους και όλους εκείνους να τους σκεπάζει φωτεινή νεφέλη και δόξα Κυρίου ανεκδιήγητη.

Δεν χρειαζεται επιλογος για την Οσια Γαβριηλια…

 Πύρινος Λόγιος : Επιτέλους! Τι συμβαίνει με την Γερόντισσα Γαβριηλία; Αγία της Ορθοδοξίας ή «Αγία» του Οικουμενισμού;

Θεόφιλος Παπαδόπουλος

Αντί Επιλόγου

Τα βιβλία της Γερόντισσας Γαβριηλίας, δείχνουν μιαν άλλη, εναλλακτική και light εικόνα του Μοναχισμού και της έννοιας της Πίστης, όπως ακριβώς την διδάχθηκε μέσα στην «Εκκλησία της Συμφιλίωσης» της γαλλικής κοινότητας Taize, μέσα από τις «περίεργες» επισκέψεις της στις Ινδίες ή τις συναναστροφές που είχε με ρωμαιοκαθολικούς και προτεστάντες.

Πύρινος Λόγιος : Επιτέλους! Τι συμβαίνει με την Γερόντισσα Γαβριηλία; Αγία της Ορθοδοξίας ή «Αγία» του Οικουμενισμού; /// Η αγία Γαβριηλία για τις ανατολικές θρησκείες. – Οδοιπορούντες Αγίου Συμεών Του Νέου Θεολόγου (wordpress.com)

O ΑΓΑΠΗΤΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΕΚΑΝΕ ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΚΑΙ ΕΒΓΑΛΕ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΓΙΝΕ ΑΠΟΔΕΚΤΟ ; 

ΔΕΝ ΘΑΠΡΕΠΕ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ΟΣΑ ΠΕΡΑΣΕ Ο ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ ΕΟΡΤΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΤΟΥ ;  ΕΧΕΙ ΚΑΠΟΙΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΣΑΣ ;

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΜΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΕΙ ΝΑ ΕΜΦΑΝΙΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΜΑΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΑΦΡΟΥΣ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ.

Αναρτήθηκε από amethystos

Σχολιο “Οδοιπορουντων”

“Να γινόμαστε πρακτικοί, νομίζοντας ότι μπορούμε να δούμε την “πραγματικότητα”. Ίσως αυτό να είναι τρέλα. Να ψάχνουμε θησαυρούς εκεί που σωρεύονται σκουπίδια. Ίσως η πολλή λογική να είναι τρέλα”. Μιγκέλ Θερβάντες 

Αυτο ηταν απο “επανω” (στις αναρτησεις σας) και ειναι πιο χαρακτηριστικο του “αποκατω” : π. Βασίλειος :  Νομίζω ὅτι ἕνας ταπεινὸς εἶναι φύσει ἀξιοπρεπής. Καὶ πάλι τὸ λέει ὁ ᾽Αββᾶς ᾽Ισαάκ : Οἱ δὲ « ταπεινόφρονες καὶ νοήμονες » ἐνεργοῦν ἔτσι . ῾Ο ταπεινόφρων εἶναι νοήμων. ῾Ο ὑπερήφανος εἶναι κουφιοκεφαλάκης . ∆ὲν τὸ καταλαβαίνουμε ; 

Στην αναρτηση του κ.Θ.Παπαδοπουλου (δεν τον γνωριζω – πρωτη φορα τον διαβασα) υπηρχε “λογική και ειρμός” στην αποψη του , μεταχειριζομενος ΚΑΙ θεσεις απο “σεβαστες-γνωστες” προσωπικοτητες. Εγραφε δηλαδη “λογικα” για ΥΠΕΡΛΟΓΑ θεματα.

Προφανως δεν κατεχω το “αλαθητο” του Παπα… ουτε ειμαι Μοναχος , ουτε Αγιος Συμεων να σηκωσω τα χερια μου ψηλα και να περιμενω τις αντιδρασεις τους…. Αγωνιζομαι ομως , οσο μπορω και δυναμαι, οπως και οι αλλοι “Οδοιπορουντες”…

Θελεις με το « Κύριε, φώτισόν μου τὸ σκότος » η με το  …«ελθέ» που απευθύνει ο Κύριος στον Αποστολο Πετρο δεν είναι μόνο πρόσκληση για αγώνα. Είναι συγχρόνως και χάρη και δύναμη θεία, που κάνει τη θάλασσα στεριά … ” και ο Κυριος τον επιασε προτου βυθισθει στην “ολιγοπιστια” του . Αντε να μεταχειρισθω και την ψηλαφηση του Αποστολου Θωμα : « Θωμά, φέρε εδώ το δάκτυλό σου, κοίταξε και τα χέρια Μου, και φέρε το χέρι σου στην πλευρά Μου και μη γίνεσαι άπιστος, αλλά πιστός »

Και για να περασουμε στις αναρτησεις . Η 1η αναρτηση ηταν : https://wordpress.com/post/agiossymeon.wordpress.com/33587 – ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΛΥΣΣΩΔΟΥΣ ΕΩΣΦΟΡΙΚΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΟΥΣ ΠΗΔΑΛΙΟΥΧΟΥΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΤΟΥΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΑΓΙΟΜΑΧΟΥΣ. – Με υπογραμμισεις και χρωματισμους. Απολυτα κοινη θεση.

Η 2η αναρτηση ηταν : https://wordpress.com/post/agiossymeon.wordpress.com/33643 – Πύρινος Λόγιος : Επιτέλους! Τι συμβαίνει με την Γερόντισσα Γαβριηλία; Αγία της Ορθοδοξίας ή «Αγία» του Οικουμενισμού; /// Η αγία Γαβριηλία για τις ανατολικές θρησκείες. – – ΧΩΡΙΣ υπογραμμισεις και χρωματισμους. Αυτο σπανια συμβαινει γιατι στο κειμενο δεν θελαμε να εχουμε καμμια παρεμβαση…

Εις τον αφρό της θάλασσας η αγάπη (ΠΙΣΤΗ) μου κοιμάται παρακαλώ σας κύματα μη μου την εξυπνάτε…. Τοσα χρονια στην θαλασσα τα μεγαλα/βουβα κυματα (12-16 μετρα εχουν παρατηρηθει νοτια στο Port Elizabeth ) με “ανησυχουσαν” οχι οι αφροι. Και μεταφορικα επισης . Ισως θα επρεπε με ενα “σχολιο” να ειχα ζητησει καποιες διευκρινησεις ( μου τις εδωσαν σημερα ) αλλα αυτο δεν σημαινει οτι δεν στεναχωρησα σεβαστους μου ανθρωπους.

Την ευχη της Οσιας Γαβριηλιας να εχουμε.

AV

Δεν χρειαζεται επιλογος για την Οσια Γαβριηλια… – Οδοιπορούντες Αγίου Συμεών Του Νέου Θεολόγου (wordpress.com)

ΑΜΗΝ ΑΔΕΛΦΕ!!!